Menu bar

29 Αυγούστου 2019

Αναζητώντας το αυτονόητο, Μέρος 1ο: Δικαιολογώντας την ανευθυνότητα



Είναι γεγονός ότι από την πολύ νεαρά ηλικία έχουμε συνηθίσει να καταφεύγουμε, για κάτι που κάναμε, ενώ δεν έπρεπε, ή το αντίστροφο, σε δικαιολογίες. Ο λόγος που καταφεύγαμε σ’ αυτές, στην ηλικία εκείνη, είναι ο φόβος μιας άμεσης, σωματικής συνήθως, τιμωρίας. Υπήρχε βέβαια και η άλλη «μέθοδος», αυτή της πλήρους αδιαφορίας με το σκεπτικό: Έλα μωρέ, μικρό είναι!
Είναι και οι δύο αυτές μέθοδοι οι εύκολες1 στην εφαρμογή τους, παντελώς όμως ανεύθυνες, διότι ριζώνουν βαθειά στο παιδικό και ακόμη αδιαμόρφωτο μυαλό2 η μεν πρώτη ότι το σημαντικό δεν είναι το τι κάναμε ή δεν κάναμε και το τι συνέπειες είχαν οι πράξεις ή παραλείψεις μας αυτές, αλλά το πώς θα αποφύγουμε τις όποιες τυχόν επιπτώσεις που θα είχαν αυτές για μας ή δε δεύτερη ότι απλά μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε, χωρίς να υπάρχει καμιά για μας επίπτωση.
Δεν είναι δύσκολο λοιπόν να καταλάβουμε το πόσο καταστρεπτικές για τον χαρακτήρα μας, αλλά και επιζήμιες για την κοινωνία, είναι η διαμόρφωση τέτοιων αντιλήψεων, δεδομένου ότι οι συνέπειες τους, δυστυχώς, μας ακολουθούν όταν μεγαλώσουμε και ενηλικιωθούμε, κάνοντας μας τελικά είτε από τη μία ανεύθυνους3, έχοντας για ό,τι κάνουμε λάθος ή παραλείπουμε να κάνουμε πάντοτε μια δικαιολογία, είτε από την άλλη ασύδοτους!
Έτσι, για να αναφερθούμε μόνο στην πρώτη κατάσταση, τη συνειδητή δηλαδή αποφυγή ανάληψης ευθύνης, ας αναλογιστούμε το πόσο εύκολα κανείς επικαλείται μια δικαιολογία και το πόσο σπάνιο είναι να κάνει την αυτοκριτική του, να παραδεχτεί τι και γιατί έκανε λάθος, τι δηλαδή έκανε, ενώ δεν έπρεπε ή το αντίθετο, ώστε συνειδητά πλέον να προσπαθήσει τουλάχιστον να μη το επαναλάβει.
Αυτό όμως, η αποφυγή δηλαδή ανάληψης ευθύνης, ενώ ως άτομα μπορεί να μας εμποδίζει να ωριμάσουμε και να δημιουργεί προβλήματα στον οικογενειακό μας κύκλο και στους γύρω μας, στην περίπτωση ατόμων που αναλαμβάνουν μια δημόσια θέση, μικρή ή μεγάλη, αδιάφορο, οι επιπτώσεις της στο κοινωνικό σύνολο είναι πάντοτε από σημαντικές έως τεράστιες. Την κατάσταση όμως αυτή, δυστυχώς, τόσο την έχουμε συνηθίσει, ώστε πλέον σχεδόν δεν μας ενοχλεί, την έχουμε μοιρολατρικά αποδεχτεί!
Σε ό,τι ακολουθεί λοιπόν θα αναφερθούμε σε δυο χαρακτηριστικές καταστάσεις που απαντώνται κατά κόρον σ’ αυτό που αποκαλούμε γενικά Δημόσιο, δηλαδή δημόσιες υπηρεσίες, δημόσιους φορείς και οργανισμούς, αλλά και εταιρίες που ελέγχονται από το Δημόσιο.
ΟΤΑΝ Η ΕΥΘΥΝΗ ΔΙΑΧΕΕΤΑΙ
Είναι καταπληκτικό το πώς στην λειτουργία του Δημοσίου κατορθώνεται και εμπλέκονται για ένα ζήτημα τόσοι «αρμόδιοι» φορείς ή υπηρεσίες που, όταν προκύψει ένα ζήτημα, ο ένας να παραπέμπει στον άλλο και τελικά ο ενδιαφερόμενος πολίτης ή ακόμα χειρότερα αυτός που υπέστη βλάβη, οικονομική ή σωματική, να μη μπορεί να βρει άκρη.
Το Μάτι
Είναι πάμπολλα τα παραδείγματα που, εξ αιτίας της κατάστασης αυτής, βιώνουμε ως πολίτες στην καθημερινή μας ζωή, με αρκετά πρόσφατο, σίγουρα όμως από τα πλέον τραγικά να είναι αυτό που συνέβη στο Μάτι, όπου οι εμπλεκόμενοι και αρμόδιοι για την κατάσβεση της πυρκαγιάς φορείς μπλέξανε στην κυριολεξία τις αρμοδιότητες τους και έγινε ό,τι έγινε.
Το χειρότερο, όμως, εάν βέβαια μπορούμε να το πούμε έτσι, όταν πάνω από εκατό άνθρωποι βρήκαν τραγικό θάνατο, πάμπολλοι άλλοι υπέστησαν εγκαύματα ή τραυματίστηκαν και άλλοι τόσοι ή περισσότεροι είδαν τις περιουσίες τους να καίγονται, είναι ότι οι κύριοι υπεύθυνοι γι’ αυτό που συνέβη, αντί να ζητήσουν τουλάχιστον μια μεγάλη, πολύ μεγάλη συγνώμη, αναλογιζόμενοι τις ευθύνες και τα λάθη τους, έδωσαν μια θεατρικής μορφής συνέντευξη στους εκπροσώπους των Μέσων ενημέρωσης, όπου ούτε λίγο ούτε πολύ είπαν ότι από πλευράς τους δεν έκαναν κάποιο λάθος.
Το αποκορύφωμα όμως ανευθυνότητας και ασυνειδησίας ήταν αυτό που είπε με περισσή αυταρέσκεια ο τότε αρχηγός της Πυροσβεστικής, κάτι που μας έκανε να μείνουμε με το στόμα ανοικτό, ότι δηλαδή, εάν επρόκειτο να ενεργήσει για να αντιμετωπίσει την ίδια κατάσταση πάλι από την αρχή, θα έκανε ακριβώς τα ίδια!!!
Οι λακκούβες
Υπάρχουν όμως και άλλες καταστάσεις, πιο καθημερινές, όπου οι «αρμόδιοι» φορείς, επειδή το τοπίο σχετικά με τις αρμοδιότητες τους είναι, δήθεν, θολό, αποποιούνται των ευθυνών τους, μεταβιβάζοντας και επιρρίπτοντας ο ένας στον άλλο τη σχετική ευθύνη.
Μια τέτοια κατάσταση, άμεσα αντιληπτή απ’ όλους, μιας και τη βιώνουμε καθημερινά ή καλύτερα την αισθανόμαστε στην κυριολεξία σε διάφορα μέρη του σώματος μας, δεν είναι άλλη απ’ αυτήν της λακκούβας.
Είναι μια κατάσταση όπου, πέρα από το οικονομικό κόστος που συνεπάγεται η αποκατάστασή (βλέπε καλύτερα «μπάλωμα») του οδοστρώματος για τους Δήμους ή τις Περιφέρειες, πέρα από την ταλαιπωρία επιβατών και αναρτήσεων των αυτοκινήτων, πέρα από την εικόνα που αποπνέι γενικά για το πώς λειτουργούν οι υπηρεσίες και φορείς της χώρας αυτής, οι λακκούβες, ορύγματα καμιά φορά, συνεπάγονται και σοβαρούς κίνδυνους για τη σωματική ακεραιότητα πεζών και επιβατών αυτοκινήτων.
Λένε στα σεμινάρια σχετικά με τη Διοίκηση (Management) ότι, αν θέλεις να προχωρήσεις και να διορθώσεις κάτι, πρέπει να ξεκινήσεις από τα απλά, αυτά που μπορεί να διορθωθούν εύκολα. Ο λόγος είναι ότι αυτά συνήθως είναι και τα πιο πολλά και αφορούν τους περισσότερους, είτε αυτοί είναι εργαζόμενοι είτε απλοί πολίτες. Τα άλλα είναι πιο δύσκολα και θέλουν περισσότερο χρόνο. Εξάλλου, αν δεν μπορείς να επιλύσεις τα απλά θέματα, τότε πόσο μάλλον είναι δυνατόν να επιλύσεις τα πιο σύνθετα και δύσκολα. Είναι όμως οι λακκούβες ένα απλό θέμα;
Ψάχνοντας καλύτερα το θέμα αυτό, μένεις έκπληκτος με το πώς ένα απλό και σχεδόν αυτονόητο για τη λύση του γεγονός, καταντά μπαλάκι ping-pong μεταξύ των Δήμων και των Περιφερειών ή των τελευταίων και της Κεντρικής διοίκησης. Μια εικόνα της κατάστασης αυτής, τουλάχιστον μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2015, δεδομένου ότι δεν βρέθηκαν νεώτερα δημοσιευμένα στοιχεία, μπορεί να πάρει κανείς από σχετικά άρθρα στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ και στο διαδίκτυο.
Με αφορμή τα παραπάνω και ψάχνοντας, για να βρεθεί τι ισχύει επιτέλους με το θέμα αυτό, βρέθηκε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, για όλους μας, ανάρτηση της ΓενικήςΓραμματείας Πολίτικης Προστασίας, Νοέμβριος 2017, όπου στη σελίδα 3 αναφέρει, μεταξύ των άλλων, επί λέξη:
«Μετά την εφαρμογή του Προγράμματος «Καλλικράτης» (Ν.3852/2010, ΦΕΚ 87/Α ́/2010) οι αρμοδιότητες για τη συντήρηση των οδών που ανήκαν στις καταργηθείσες Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις (επαρχιακό οδικό δίκτυο) και στις πρώην κρατικές Περιφέρειες (εθνικό οδικό δίκτυο), περιήλθαν πλέον στις νέες Περιφέρειες που συστήθηκαν με τον Ν. 3852/10 και ασκούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες τους (αρθ. 186 παρ.ΙΙ.ΣΤ.1 του Ν.3852/2010).»
Επιπρόσθετα όμως, το εξαιρετικά ενδιαφέρον στην ανάρτηση αυτή είναι και το ότι δημοσιεύονται χάρτες για κάθε διοικητική Περιφέρεια της χώρας, όπου όχι μόνο απεικονίζονται οι δημοτικοί δρόμοι, αλλά με διαφορετικά χρώματα απεικονίζεται τόσο το Εθνικό όσο και το Επαρχιακό οδικό δίκτυο καθώς και οι αυτοκινητόδρομοι που έχουν παραχωρηθεί, ειδικά μάλιστα για την Περιφέρεια Αττικής, στις κεντρικές λεωφόρους που ανήκουν στο Εθνικό δίκτυο, αναγράφεται και το όνομα τους, έτσι, για να τελειώνει επιτέλους κάθε αμφισβήτηση (έ, ξέρετε εσείς) σχετικά με το ποιος φορέας είναι αρμόδιος!
Ωραία θα πείτε. Τι γίνεται όμως με τη χρηματοδότηση των Περιφερειών σχετικά με το πρόσθετο κόστος που προέκυψε σχετικά με τη συντήρηση των δρόμων, κόστος για το οποίο υπήρξε στο παρελθόν άρνηση υπογραφής του σχετικού πρωτοκόλλου παράδοσης – παραλαβής από την Περιφέρεια Αττικής;
Έρχεται και για το θέμα αυτό λοιπόν σχετική πρόβλεψη (ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ, Περιφέρειες - Λειτουργία – Αρμοδιότητες, 27/7/2013), που αναφέρει σχετικά:
1.  Οι Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι (Κ.Α.Π.) των Περιφερειών προέρχονται από τις παρακάτω πηγές εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού:
α) το Φόρο Εισοδήματος Φυσικών και Νομικών Προσώπων (Φ.Ε.Φ.Ν.Π.) σε ποσοστό 2,40% επί των συνολικών ετήσιων εισπράξεων του φόρου αυτού,
β) το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) σε ποσοστό 4% επί των συνολικών ετήσιων εισπράξεων του φόρου αυτού.
2.  Το υφιστάμενο, κατά το έτος μεταφοράς, κόστος4 των αρμοδιοτήτων που μεταβιβάζονται με τον παρόντα νόμο στις περιφέρειες, εφόσον είναι ανώτερο από τα έσοδα που προκύπτουν από την παράγραφο 1, καλύπτεται με αύξηση των ποσοστών των περιπτώσεων α΄ και β΄ αυτής.
Ναι, πάλι θα πείτε, βρέθηκε από πού μπορεί οι Περιφέρειες να αντλούν πόρους για τη συντήρηση του εθνικού και επαρχιακού δικτύου. Τι γίνεται όμως με τη συντήρηση και τα προβλήματα που παρουσιάζονται στους δημοτικούς δρόμους και ποιος τελικά είναι υπεύθυνος για την κατάσταση που αυτοί εμφανίζουν, αφού όπως ανέφερε τέως αντιδήμαρχος Αθηναίων:
«Η μείωση χρηματοδότησης των δήμων είναι επόμενο να περιορίζει σημαντικά τις δυνατότητές τους και στη συντήρηση των δρόμων. Το πρόβλημα επιτείνουν οι δεκάδες φορείς που πραγματοποιούν έργα, λ.χ. για τα δίκτυα ύδρευσης, για τη διέλευση οπτικών ινών. Όσο κι αν προσπαθούμε να τους συντονίσουμε, είναι εξαιρετικά δύσκολο γιατί τα δίκτυα της Αθήνας είναι παλιά και παρουσιάζουν βλάβες. Επομένως, αξιολογούμε τα πιο σοβαρά από τα προβλήματα στους δρόμους και τα επισκευάζουμε».
Εδώ, όμως, βρίσκεται και το μεγάλο λάθος που διαπράττουν οι υπεύθυνοι για τις τεχνικές υπηρεσίες των Δήμων. Είναι ως αν κάποιος γείτονας να χρειάζεται να κάνει κάποιες εργασίες, που αναγκαστικά θα περιλάβουν και τον δικό σας προαύλιο χώρο, και να κληθείτε εσείς να καταβάλετε το σχετικό κόστος για την αποκατάστασή της ζημιάς που σας προκλήθηκε! Η απάντηση θεωρείται αυτονόητη, τουλάχιστον απ’ εμάς τους υπόλοιπους.
Αντί λοιπόν για τέτοιου είδους δικαιολογίες, που επιβαρύνουν τελικά τον δημότη5, οι αρμόδιοι του Δήμου, του κάθε Δήμου, θα πρέπει να ζητούν απ’ όποιον σκοπεύει να εκτελέσει έργο, μικρό ή μεγάλο, αδιάφορο, σε δρόμο που η συντήρηση του ανήκει στην αρμοδιότητα τους να υποβάλλει αίτηση, για να του χορηγηθεί σχετική άδεια, στην οποία αίτηση θα περιγράφεται: Το έργο, τα μέτρα ασφαλείας που θα ληφθούν, η χρονική του διάρκεια και ο τρόπος αποκατάστασης του οδοστρώματος στην πρότερη του κατάσταση.
Εφόσον ή αίτηση αυτή εγκριθεί (εννοείται σε εύλογο χρονικό διάστημα, εκτός εάν το έργο αυτό χρειάζεται να συνδυαστεί χρονικά και με άλλα που προγραμματίζονται να γίνουν εκεί, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι δεν είναι εξαιρετικά επείγον), για την τήρηση των όσων αναφέρονται σ’ αυτήν6, θα πρέπει να υπάρξει ως εγγύηση δέσμευση ανάλογου χρηματικού ποσού, εάν πρόκειται για μικρές παρεμβάσεις, ή προσκόμιση ανάλογης εγγυητικής επιστολής για έργα μεγαλύτερα.
Ξέρετε, η εποχή του «άλλος πίνει (λέγεται κι αλλιώς) κι άλλος πληρώνει» πρέπει να τελειώνει μαζί με τις δικαιολογίες των εκάστοτε «αρμοδίων», για να μπούνε επιτέλους σ’ αυτή τη χώρα τουλάχιστον κάποια πράγματα στη θέση τους!
Η ΕΥΘΥΝΗ ΑΝΗΚΕΙ ΣΕ ΑΛΛΟΥΣ!
Εδώ έχουμε μια άλλη περίπτωση όπου οι αρμοδιότητες είναι μεν ξεκαθαρισμένες, η υπηρεσία όμως, ο φορέας, ο οργανισμός ή εν πάση περιπτώσει αυτός που αντιλαμβάνεται το πρόβλημα ή δεν κάνει τίποτε για να επιλυθεί, με το αιτιολογικό ότι γι’ αυτό άλλος είναι ο αρμόδιος, ή απλώς το γνωστοποιεί «αρμοδίως» και τελειώνει μ’ αυτό, πιστεύοντας ότι έπραξε το καθήκον του και ότι κινήθηκε μέχρι εκεί που τελειώνουν οι αρμοδιότητες του.
Το έχουμε συναντήσει συχνά στις επαφές μας με το Δημόσιο, αναφέροντας ένα πρόβλημα, και λαμβάνοντας την απάντηση: Λυπάμαι κύριε ή κυρία μου, αλλά αυτό δεν υπάγεται στη δική μας αρμοδιότητα. Θα πρέπει να απευθυνθείτε αλλού!
Όταν όμως εξ αιτίας του προβλήματος αυτού, που είναι γνωστό σε όλους, δημιουργηθεί μια κατάσταση με σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις ή προκληθεί μια καταστροφή ή ακόμη συμβεί ένα ατύχημα και μάλιστα θανατηφόρο, τότε το μπαλάκι της ευθύνης αρχίζει να πετάγεται αλλού με διατυπώσεις του τύπου: «Εμείς το γνωρίζαμε το πρόβλημα, αλλά δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτε, δεν ήταν δική μας αρμοδιότητα» ή «Το είχαμε κοινοποιήσει με έγγραφο μας (ή e-mail), αλλά δεν λάβαμε καμία απάντηση» ή «Εμείς το είχαμε αναφέρει στην αρμόδια υπηρεσία (ή φορέα), αλλά δεν έγινε τίποτε».
Έτσι φτάνουμε στο να καταστραφεί πρακτικά η φετινή καλοκαιρινή τουριστική περίοδος για ένα πανέμορφο, σχεδόν ακριτικό όμως, νησί μας, γιατί το μόνο λιμάνι του είχε καταστεί με τον καιρό εντελώς προβληματικό και ακατάλληλο για πλοία μεγαλύτερα των 110 μέτρων, ενώ η ναυτιλιακή εταιρία που εξυπηρετούσε το νησί ήταν γνωστό ότι αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα, χωρίς όμως κανείς να ενδιαφερθεί στο να υπάρχει μια, έστω προσωρινή, εναλλακτική λύση, εάν κάτι, όπως και έγινε, συνέβαινε.
Φτάνουμε επίσης να μένουμε άναυδοι με την πτώση ενός ελικοπτέρου στον Πόρο, που προσέκρουσε σε εναέριο καλώδιο του ΔΕΔΗΕ, παρασέρνοντας στον θάνατο τον χειριστή του και δύο σημαίνοντες Ρώσους τουρίστες, γιατί λέει το καλώδιο αυτό δεν είχε τίποτε που να κάνει εμφανή την παρουσία του και το ακόμα χειρότερο ότι το πρόχειρο ελικοδρόμιο, αν μπορεί βέβαια να το πει κανείς έτσι, δεν ήταν λέει πιστοποιημένο από την υπηρεσία Πολιτικής Υπηρεσίας (ήμαρτον θεέ μου· εδώ πλέον δεν μπορεί παρά να αναφωνήσουμε δικαιολογημένα: Ελλάς το μεγαλείο σου!).
Φτάνουμε όμως και στο να θρηνούμε όλοι, γονείς, συγγενείς, φίλοι και εμείς οι υπόλοιποι, αλλά και οι κατ’ αυτούς «αναρμόδιοι», τον θάνατο ενός μικρού ποδηλάτη και τον τραυματισμό ενός άλλου, διότι είχαν την ατυχία να κινούνται σε ευθύ επαρχιακό δρόμο, κοντά σε οικισμό, με ανύπαρκτο φωτισμό και οι τοπικοί φορείς, καλυπτόμενοι με τη δικαιολογία ότι είναι αναρμόδιοι για τον φωτισμό του δρόμου, να ψάχνουν μετά μόνο να βρούνε εάν ο οδηγός του αυτοκινήτου είχε καταναλώσει υπερβολική ποσότητα αλκοόλ ή έτρεχε με υπερβολική ταχύτητα.
Θα μπορούσε κανείς να απαριθμήσει και άλλα πολλά χαρακτηριστικά παραδείγματα της κατάστασης αυτής, αλλά δεν θα το κάνουμε για να μείνουμε στο εξής βασανιστικό ερώτημα: Θεωρούν όλοι αυτοί που προβάλλουν όσα αναφέρθηκαν παραπάνω ότι έκαναν αυτό που έπρεπε και ότι έτσι δεν έχουν μερίδιο της ευθύνης για ό,τι συνέβη; Και γιατί εφόσον έβλεπαν ότι δεν γίνεται τίποτε, δεν επανήλθαν, επιμένοντας, στο θέμα ή ακόμη γιατί δεν το κοινοποίησαν σε άλλη, υψηλότερη ιεραρχικά, βαθμίδα, καταφεύγοντας τελικά, εάν δεν εύρισκαν ανταπόκριση, στα Μέσα ενημέρωσης του κοινού;
ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ
Ξέρετε, ο μεγαλύτερος φόβος όσων ασχολούνται με τα κοινά είναι να μη τους κρεμάσουν στα «μανταλάκια», τους βγάλουν δηλαδή στις εφημερίδες, ή βρεθεί κάποιος και τους «τυλίξει» σε μια κόλλα χαρτί, γιατί θα παρουσιαστεί έγγραφο ή έγραφα που θα αποδεικνύουν την ολιγωρία τους σε θέματα που είναι αρμόδιοι.
Το τελευταίο τελικά όμως είναι και το μόνο σχεδόν όπλο που διαθέτει ο κάθε απλός πολίτης που βλέπει να υπάρχει αδιαφορία, ολιγωρία ή αποποίηση ευθυνών από λειτουργούς του Δημοσίου στην επίλυση γενικότερων προβλημάτων. Αυτό βέβαια δεν αφήνει στο απυρόβλητο και τους προϊσταμένους τους, είτε αυτοί είναι Τμηματάρχες, είτε Διευθυντές, είτε ακόμη και κυβερνητικά στελέχη, διότι ο προϊστάμενος, ο κάθε προϊστάμενος, είναι μεταξύ των άλλων υπεύθυνος, εξ ορισμού, και για τις πράξεις ή παραλήψεις των υφισταμένων του!
Αυτός είναι και ο λόγος που βλέπουμε σε ξένες χώρες να παραιτούνται ακόμη και υπουργοί, όταν υφιστάμενοι τους εμφανίζονται να έχουν επιδείξει ολιγωρία σε σοβαρά θέματα ή να έχουν υποπέσει σε σοβαρά παραπτώματα, μια πρακτική όμως που δεν είναι ιδιαίτερα «δημοφιλής» στους εδώ, σε κάθε βαθμίδα της διοίκησης, κρατούντες.
Αυτό όμως δεν εμποδίζει καθόλου εμάς, μιας και δεν υπάρχει στον σύγχρονο τρόπο λειτουργίας της Δημοκρατίας μας ο μηχανισμός εκείνος που, όταν συσσωρεύονται αποδεδειγμένα αδικαιολόγητα προβλήματα από ολιγωρίες ή άλλες ενέργειες, να προχωρά σε προσωρινή ή μόνιμη παύση των εκλεγμένων «αρχόντων», να το ξεχνάμε και να τους ξεχνάμε στις επόμενες εκλογές που θέτουν, σε κάθε διοικητική βαθμίδα, υποψηφιότητα, ώστε το «εκλέγεσθαι» να πάψει επιτέλους να αποτελεί αυτοσκοπό, όπου όλα τελειώνουν απλώς εκεί!
Σημειώσεις
1.   Όπως συμβαίνει σχεδόν πάντοτε, ο εύκολος δρόμος δεν είναι και ο καλύτερος. Έτσι, αντί για τιμωρία αυτό που χρειάζεται είναι να αφιερώσουμε χρόνο για να δώσουμε να καταλάβει το νεαρό αυτό άτομο γιατί δεν πρέπει να κάνει ή να μην κάνει κάτι, επιβραβεύοντας μάλιστα τις πράξεις του που δείχνουν ότι κατανόησε και αποδέχτηκε αυτά που του είπαμε. Αυτό όμως δεν είναι πάντοτε εύκολο· χρειάζεται υπομονή και επιμονή και κυρίως ενημερωμένους γονείς, και το τελευταίο είναι θέμα της πολιτείας. Βλέπετε, το να παντρεύεσαι και να κάνεις παιδιά είναι το εύκολο· το δύσκολο είναι να διαμορφώσεις τα παιδιά σου αυτά και να τα κάνεις σωστούς ανθρώπους, με όλη την έννοια που έχει το τελευταίο!
2.   Είναι γενικά παραδεκτό πλέον από ψυχολόγους ότι το μεγαλύτερο μέρος της προσωπικότητας και του χαρακτήρα του ατόμου διαμορφώνεται μέχρι την ηλικία που σχεδόν όλοι μας θεωρούμε ότι αυτό σχεδόν δεν καταλαβαίνει, δηλαδή μέχρι την ηλικία των 3 ετών ή το πολύ, κατ’ άλλους, των 6, προτού δηλαδή το σχολείο να μπορέσει να έχει πάνω τους κάποια έστω επίδραση, εάν βέβαια το βάρος του τελευταίου στα χρόνια της υποχρεωτικής φοίτησης σ’ αυτό, που είναι 9, δεν δίνεται αποκλειστικά στην απόκτηση γνώσεων, αλλά ταυτόχρονα και στην εμπέδωση αξιών και μάλιστα τόσο περισσότερο όσο νεαρότερο είναι το άτομο.
3.   Το ουσιαστικό ευθύνη δηλώνει την υποχρέωση που έχει κάποιος να δίνει λόγο για τις ενέργειές του, να λογοδοτεί για ό,τι ενδεχομένως συμβεί, να ανταποκρίνεται στα καθήκοντα ή τις αρμοδιότητες που έχει αναλάβει. Το ουσιαστικό υπευθυνότητα, από την άλλη πλευρά, δηλώνει το αίσθημα ευθύνης, τη συναίσθηση της ευθύνης, την απόλυτη επίγνωση και συνείδηση των υποχρεώσεων. Κατόπιν αυτών λοιπόν γίνεται απόλυτα σαφές το περιεχόμενου του όρου υπεύθυνος και ανεύθυνος.
4. Ένα επιπρόσθετο μέτρο που θα βοηθούσε στην αντιμετώπιση του κόστους συντήρησης των δρόμων από τις Περιφέρειες, αλλά και τους Δήμους, θα ήταν τα έσοδα από τέλη κυκλοφορίας των οχημάτων να επιμερίζονται στα τρία, δηλαδή οι Δήμοι, οι Περιφέρειες και, ας πούμε, το Ταμείο Δημοσίων Έργων, για να μη μπλεχτούμε με ονόματα των πάμπολλων σχετικών Διευθύνσεων και Υπηρεσιών, να λαμβάνουν από το 1/3 των εσόδων από τα τέλη αυτά, όπου ο επιμερισμός του ποσού αυτού στους Δήμους και τις Περιφέρειες να γίνεται ανάλογα με τους μόνιμους κατοίκους τους και το μήκος του οδικού δικτύου που καλούνται να συντηρούν.
5. Είναι κάτι που συνήθως ξεχνάμε να ρωτήσουμε, όταν πρόκειται ή ζητούνται, για οποιονδήποτε λόγο, να καταβληθούν ή χαριστούν χρήματα, κάτι που το θυμόμαστε μόνο αργότερα, όταν, άμεσα ή έμμεσα, μας έρθει σε εμάς τους υπόλοιπους ο λογαριασμός, δηλαδή: Ποιος τελικά πληρώνει; 
6. Είναι ευνόητο ότι και οι τεχνικές υπηρεσίες του Δήμου θα πρέπει να έχουν εικόνα του εάν τηρούνται τα προβλεπόμενα και κυρίως εάν η αποκατάσταση του οδοστρώματος έγινε όπως προβλέπεται από τους σχετικούς κανονισμούς για έργα αυτής της μορφής ( η πρακτική το να αφήνεται το σκάμμα να πατηθεί από τα διερχόμενα αυτοκίνητα και μετά, αφού η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο, να ρίχνεται και ένα επιφανειακό μπαλωματάκι με άσφαλτο, που θα παρασυρθεί στην επόμενη νεροποντή, πρέπει επιτέλους να τελειώνει!). Για αποφυγή δε φαινομένων διαφθοράς, ο υπεύθυνος ή υπεύθυνοι για την παραλαβή του έργου θα είναι υπόλογοι σε περίπτωση που παρουσιαστούν αργότερα προβλήματα εκεί, στο οδόστρωμα αυτό.