Menu bar

25 Ιουνίου 2018

ΤΑ... ΨΗΦΑΛΑΚΙΑ



Έχουμε αναφέρει και σε προηγούμενες αναρτήσεις ότι ο σύγχρονος τρόπος διακυβέρνησης στις χώρες που όχι μόνο λέγονται, αλλά και είναι Δημοκρατίες, γίνεται αναγκαστικά, λόγω του μεγέθους των κρατών σήμερα, σε αντίθεση με τις πόλεις - κράτη της αρχαιότητας, μέσω  των λεγόμενων αντιπροσώπων, δηλαδή των εκλεγμένων βουλευτών, λόγος για τον οποίο οι Δημοκρατίες αυτές καλούνται και αντιπροσωπευτικές Δημοκρατίες

Έχουμε επίσης αναφέρει ότι το πρόβλημα με τον τρόπο αυτό διακυβέρνησης είναι ότι όταν απουσιάζουν ή υπάρχουν προβλήματα στη λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών για όσους ασκούν την εξουσία ή ακόμη όταν υπάρχουν ελλείψεις και ασάφειες ή ακόμη και ξεπερασμένες ή λάθος διατάξεις στον καταστατικό χάρτη της χώρας, το Σύνταγμα, τότε παρουσιάζονται εμφανείς δυσλειτουργίες στον τρόπο αυτό διακυβέρνησης.
Ο λόγος είναι ότι στις αποφάσεις των εκπροσώπων αυτών, δηλαδή τόσο αυτών που ασκούν την εξουσία (κυβέρνηση), όσο και των άλλων που την διεκδικούν (αντιπολίτευση), μετρά πάντοτε, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, το λεγόμενο πολιτικό κόστος ή κέρδος, δηλαδή το κατά πόσο μια απόφαση (κυβέρνησης) ή θέση (αντιπολίτευσης) θα απομακρύνει υπάρχοντες ή πιθανούς ψηφοφόρους ή θα τους προσελκύσει αντίστοιχα.
Δεν είναι σπάνιο δε, το αντίθετο μάλιστα, να παρουσιάζονται φαινόμενα όπου η μέγιστη φροντίδα των αντιπροσώπων αυτών να είναι πρωταρχικά η επανεκλογή τους και βέβαια η διεκδίκηση της εξουσίας, ακόμα και αν δεν υπάρχει πιθανότητα για το τελευταίο, για ικανοποίηση των προσωπικών τους φιλοδοξιών, στην καλύτερη περίπτωση, ή η εξυπηρέτηση μέσω της εκλογής τους των ιδίων συμφερόντων, στη χειρότερη, άσχετα αν αυτά έρχονται πολλές φορές σε πλήρη αντίθεση με τα συμφέροντα της χώρας και των πολιτών της, συμφέροντα τα οποία υποτίθεται ότι εξελέγησαν για να υπηρετούν και πρέπει να υπηρετούν.
Είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, όπου η κορύφωση του έρχεται συνήθως στην επιφάνεια όταν αποκαλύπτονται σκάνδαλα διαφθοράς που δεν έγινε δυνατόν να αποκρυβούν. Είναι όμως και άλλα, που οι επιπτώσεις τους, άμεσες ή έμμεσες, βραχυχρόνιες ή μακροχρόνιες, έχουν πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα για μια χώρα. Είναι εκείνα που προς όφελος κομματικών συμφερόντων και επιδιώξεων ευνοούν την αναξιοκρατία, ανέχονται προκλητικά την ανομία και την παραβατικότητα, υποδαυλίζουν τα πάθη με τις ενέργειες και τα λόγια τους, παραπλανούν τους ψηφοφόρους με τα λεγόμενα τους και τα μέσα εκείνα της ενημέρωσης που ελέγχουν1 και αμβλύνουν την εμπιστοσύνη του κόσμου στους θεσμούς.
Το χειρότερο όμως είναι όταν γίνεται συνειδητή προσπάθεια για την αποδυνάμωση της κρίσης του κόσμου, καλλιεργώντας την αμάθεια στο όνομα της μάθησης, και καλλιεργούν τη νοοτροπία του "δώσε μου, για να σου δώσω", με άλλα λόγια την νοοτροπία της ψήφου με ανταλλάγματα, έστω και αν αυτά είναι ανεκπλήρωτες υποσχέσεις.
Γιατί θα μου πείτε τώρα τα λέμε όλα αυτά; Οι αφορμές είναι πολλές σε παγκόσμιο επίπεδο: Είναι η έξοδος της Αγγλίας από την Ευρωπαϊκή ένωση, όπου ένας ολόκληρος λαός σύρθηκε σε δημοψήφισμα από καιροσκόπους πολιτικούς και εξαπατήθηκε τελικά από αδίστακτους δημαγωγούς,  είναι η άνοδος του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία, όπου οι ψηφοφόροι ψήφισαν τον πλέον χαρακτηριστικό εκπρόσωπο του αμερικανικού κατεστημένου, πιστεύοντας ότι δήθεν στρέφονται εναντίον του κατεστημένου αυτού, είναι το σκάνδαλο διαφθοράς στην Ισπανία που προκάλεσε την πτώση του Μαριάνο Ραχόι, είναι αυτά που συμβαίνουν στην γειτονική μας Ιταλία και τόσα άλλα.
Είναι όμως και αυτά που συμβαίνουν στη χώρα μας, χρόνια τώρα, με αποκορύφωμα αυτά που συμβαίνουν τελευταία και πιο συγκεκριμένα τη σχεδόν αποδοχή της παραβατικότητας και των πράξεων ανομίας καθώς και τη διαμάχη για το Μακεδονικό, θέματα για τα οποία, επειδή μας απασχόλησαν και εξακολουθούν να μας απασχολούν ακόμη, θα αναφερθούμε αμέσως παρακάτω.
ΤΕΛΙΚΑ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΝΟΜΟΙ;
Τι είναι Νόμοι
Νόμοι, κατά την έννοια του δικαίου, καλούνται οι θεσμοθετημένοι γραπτοί κανόνες δικαίου που στηρίζονται στο Σύνταγμα μιας χώρας, ρυθμίζουν υποχρεωτικά τις σχέσεις μεταξύ των πολιτών καθώς και των πολιτών με το κράτος και ορίζουν διάφορες ρυθμίσεις για την ομαλή λειτουργία του κράτους.
Γεννάται όμως το ερώτημα: έρχονται οι Νόμοι, που εκ της φύσεως τους εμπεριέχουν την έννοια της επιβολής, σε αντίθεση με το κυρίαρχο στοιχείο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που δεν είναι άλλο απ' αυτό της ελευθερίας;
Απάντηση στο ερώτημα αυτό δίδεται στο 3ο μέρος των αναρτήσεων που δημοσιεύσαμε σχετικά με τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, όπου χαρακτηριστικά αναφέρεται:
"Είναι γεγονός, όμως, ότι η ζωή μέσα σε μια σύγχρονη Δημοκρατία συνεπάγεται και «κόστος», με την έννοια αυτήν του περιορισμού της ελευθερίας, εφόσον, όπως έγραφε ο Jeremy Bentham, ο οποιοσδήποτε νόμος συνεπάγεται κάποια απαγόρευση, ακόμα και όταν εξασφαλίζει την ίδια την ελευθερία!
Μπορεί, όμως, να υποστηριχθεί βάσιμα ότι αυτό που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη Δημοκρατία είναι ακριβώς το γεγονός πως ελαχιστοποιεί την αναγκαία επιβολή τέτοιου «κόστους» στους πολίτες της."
Μπορεί οι Νόμοι να αλλάξουν και πώς;
Το μεγαλείο όμως του πραγματικά Δημοκρατικού Πολιτεύματος είναι ότι δίνει την ευκαιρία αλλά και τα μέσα στους πολίτες του, σε αντίθεση με κάθε άλλου είδους ολιγαρχικά και δικτατορικά πολιτεύματα και ιδεολογίες, δηλαδή μέσω του Συμβουλίου της Επικρατείας2, της ελευθερίας του λόγου και της σχετικής αρθρογραφίας, των ειρηνικών εκδηλώσεων διαμαρτυρίας και βέβαια των διαδικασιών της ίδιας της Βουλής και των ελεύθερων εκλογών τελικά, σε περίπτωση που θεωρούν ότι ένας νόμος ή νόμοι δεν είναι σωστοί ή υπερβαίνουν το αναγκαίο "κόστος" που συνεπάγεται η επιβολή τους να τους αλλάξουν, χωρίς να προσφύγουν σε βίαιες ενέργειες.
Κατόπιν των ανωτέρω λοιπόν, για να απαντήσουμε στο αρχικό ερώτημα, είναι προφανές ότι ένας Νόμος σε ένα Δημοκρατικό Πολίτευμα πρέπει να εφαρμόζεται μέχρις ότου αυτός, αν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος ή λόγοι, εύλογες αντιρρήσεις και συγκατάθεση της σχετικής πλειοψηφίας των πολιτών, να αλλάξει μέσω των νομίμων διαδικασιών που υπάρχουν. Διαφορετικά, όπως είναι ευνόητο, θα υπάρξει κατάλυση της ίδιας της έννοιας της Δημοκρατίας και δημιουργία μιας κοινωνικής ζούγκλας, αν και, ακόμα και σ΄ αυτήν, στα άτομα κάθε ομάδας ζώων επικρατούν καθορισμένοι κανόνες οι οποίοι είναι ή γίνονται απόλυτα σεβαστοί.
Θεμελιώδες ερώτημα
Γεννάται λοιπόν το εξής θεμελιώδες ερώτημα: Γιατί στη χώρα μας μια σειρά από Νόμους που έχουν ψηφιστεί και είναι γενικά αποδεκτοί, όχι μόνο εδώ, αλλά και παντού, δεν εφαρμόζονται ή, ακόμα χειρότερα, η εφαρμογή τους διαρκεί τόσο λίγο που στον κόσμο να κυριαρχεί τελικά το απίστευτο: "Έλα μωρέ, περιμένετε, σε λίγο... θα ξεχαστεί κι αυτός!"
Η εξήγηση μπορεί να αποδοθεί πάρα, μα πάρα πολύ απλά, παραφράζοντας τη γνωστή φράση του Αρχιμήδη, στο: "Μη μου... τους ψηφοφόρους τάρατε!"
Και επειδή η ανομία με τις καταδρομικές επιδρομές και τις βόμβες μολότοφ κοντεύει να γίνει μια καθημερινότητα, όπως οι απεργίες, που κοντεύουμε να συνηθίσουμε, αν δεν το έχουμε ήδη κάνει, η παραπάνω φράση μπορεί να αποδοθεί ακόμα καλύτερα για την περίπτωση αυτή ως ακολούθως: "Μη μου... τις συλλογικότητες τάρατε!"
ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΕΣ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΚΑΠΗΛΙΑ
Τελικά, αν είναι κάτι που αδιαμφισβήτητα κρατάμε από τους "ενδόξους ημών προγόνους", είναι η καταπληκτική μας ευκολία να διαφωνούμε μεταξύ μας και να τσακωνόμαστε. Και αυτό συμβαίνει για τα πάντα, από τα πλέον ασήμαντα, έως τα πλέον σημαντικά.
Τα αίτια σίγουρα είναι πολλά, ίσως όμως τα κυριότερα είναι ο άκρατος εγωισμός μας, η άγνοια και η έλλειψη πραγματικής παιδείας που κάνει να μην ακούς καν τον άλλον, δεν ενδιαφέρουν αυτά που λέει, διότι είμαστε, έτσι τουλάχιστον θεωρούμε, οι κάτοχοι της απόλυτης αλήθειας, πάντα και για τα πάντα!
Και να σκεφτεί κανείς ότι σ΄ αυτή τη χώρα, σ' ένα κείμενο με τίτλο "Αλκιβιάδης", ο Σωκράτης φέρεται να λέει:
«Εγώ μεν ουδέν γνωρίζω, εκτός από ένα μόνο, το να δίδω λόγον και να λαμβάνω (λόγον), δηλαδή την ανταλλαγήν απόψεων»
Τα παραπάνω έρχονται στο μυαλό με αυτά που συμβαίνουν πρόσφατα με το θέμα του λεγόμενου "Μακεδονικού". Κοντεύουμε για μια ακόμη φορά να χωριστούμε και να γίνουμε "από δυο χωριά χωριάτες", όχι βέβαια ότι δεν είμαστε.
Ας δούμε λοιπόν τρεις βασικές έννοιες που έχουν έρθει στην επικαιρότητα με αφορμή την συμφωνία (προκαταρτική) που υπογράφηκε μεταξύ της Ελλάδος και της βόρειας γειτονικής μας χώρας, δηλαδή την Ιθαγένεια, την Εθνικότητα και την Μακεδονική γλώσσα.
Ιθαγένεια - Εθνικότητα
Είναι τουλάχιστον περίεργο το με πόση μεγάλη ευκολία συγχέονται δύο βασικά διαφορετικές έννοιες προκειμένου να υποστηριχθούν "πατριωτικές" θέσεις και να εξυπηρετηθούν πολιτικές σκοπιμότητες. Φθάνει όμως ή ακόμα και ξεπερνά κάθε όριο όταν, εσκεμμένα, ψευδώς αναφέρεται ότι σε μια συμφωνία που αναφέρει "Ιθαγένεια", για να κατακριθεί αυτή, οι επικριτές της στηρίζουν μεγάλο μέρος της επιχειρηματολογίας τους στο ότι δήθεν αυτή αφορά την "Εθνικότητα".
Και όμως, αυτά όχι μόνο συνέβησαν στη πρόσφατη συζήτηση σχετικά με την συμφωνία, προκαταρκτική ουσιαστικά, που έγινε στη Βουλή, για το τόσο ταλαιπωρημένο, χρόνια τώρα, "Μακεδονικό" θέμα και όλα αυτά που το συνοδεύουν, αλλά εξακολουθούν να συμβαίνουν και να υποστηρίζονται μέρες τώρα μετά την δημοσιοποίηση της προκαταρκτικής αυτής συμφωνίας που έγινε έτσι και ευρύτερα γνωστή.
Για να δούμε λοιπόν τι διαφορά υπάρχει στις δύο αυτές έννοιες, αναφέροντας απλά αυτά που γράφει η Wikipedia:
"Επειδή τα σύγχρονα κράτη είναι δομημένα στη λογική του εθνικού κράτους, συνήθως τα μέλη τους έχουν ίδια ιθαγένεια και εθνικότητα. Αυτό έχει οδηγήσει στην εσφαλμένη εντύπωση ότι πρόκειται για ταυτόσημες έννοιες, στην πραγματικότητα όμως οι δύο όροι σημαίνουν διαφορετικές σχέσεις:
     Η ιθαγένεια περιέχει πολιτική-νομική έννοια: εκφράζει τη σχέση κράτους - πολίτη, με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προκύπτουν για αμφότερα τα μέρη από αυτήν.
   Αντίθετα, η έννοια της εθνικότητας είναι ηθική-πολιτισμική: εκφράζει τη σχέση του ανθρώπου με τον πολιτισμό απ' όπου προέρχεται η οικογένειά του και με τις αξίες της οποίας μεγαλώνει.
Η διαφορά των εννοιών γίνεται εύκολα κατανοητή στην περίπτωση των μειονοτήτων. Για παράδειγμα, ένας Βορειοηπειρώτης είναι συνήθως αλβανικής ιθαγένειας, αλλά ελληνικής εθνικότητας."
Κατόπιν αυτών θεωρούμε ότι δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε γιατί κάποιοι συγχέουν, εσκεμμένα, τις έννοιες αυτές, τα λόγια περιττεύουν, ο "νοών, νοείτο!"
Μακεδονική γλώσσα
Εδώ έχουμε ένα ακόμη λαμπρό παράδειγμα πώς κάποια θέματα υποδαυλίζουν τις αντιπαραθέσεις, απλώς και μόνο για να εξυπηρετήσουν πολιτικές σκοπιμότητες και πατριδοκαπηλίες.
Ας εξετάσουμε όμως, προτού προχωρήσουμε, όπως κάνουμε και πρέπει να κάνουμε πάντοτε, τι είναι αυτή η περίφημη Μακεδονική γλώσσα για την οποία τόσο λόγος γίνεται.
Τι ήταν στα αλήθεια η Μακεδονική γλώσσα;
Πόσοι αλήθεια ξέρουν, και από τις δύο πλευρές, ότι η αρχαία μακεδονική γλώσσα ήταν διάλεκτος των Αρχαίων Ελληνικών, που σε κάθε περίπτωση είναι στενά συγγενική των Αρχαίων Ελληνικών και ήταν η γλώσσα που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Μακεδόνες, μέχρι τα τέλη της 1ης χιλιετίας π.Χ. όταν άρχισε να υποχωρεί η χρήση της και αντικαταστάθηκε από την αττική διάλεκτο, η οποία απετέλεσε τη βάση για την μετέπειτα ελληνιστική κοινή, όπως εξάλλου μαρτυρούν και οι πρόσφατες επιγραφικές ανακαλύψεις, όπως ο κατάδεσμος της Πέλλας, κείμενο που ανακαλύφθηκε στην Πέλλα το 1986 και χρονολογείται στον 4ο αιώνα π.Χ., γραμμένο σε ιδιότυπη δωρική διάλεκτο, και δείχνουν πως τα αρχαία Μακεδονικά δεν ήταν τίποτε άλλα παρά μια από τις βορειοδυτικές αρχαίες ελληνικές διαλέκτους.
Αν αυτό ήταν ευρέως γνωστό, θα ήταν πράγματι ενδιαφέρον να βλέπαμε πόσοι θα επέμεναν ακόμη, και από τις δύο πλευρές, στις αρχικές τους θέσεις για το ζήτημα της Μακεδονικής γλώσσας. Διότι αυτό θα ήταν για τους βόρειους μεν γείτονες μας απλά η παραδοχή, όσο εξωφρενική κι αν ακούγεται, ότι η βάση της γλώσσας τους είναι μια διάλεκτος της ελληνικής με ότι αυτό συνεπάγεται, ότι δηλαδή οι ίδιοι δεν ήταν τίποτε άλλο παρά έλληνες που κατοικούσαν στα βόρεια σύνορα της Ελλάδος και κατά συνέπεια είναι καιρός να ενωθούν με όλους τους υπολοίπους και να αποτελέσουν μέρος του Ελληνικού κράτους, για δε τους δικούς μας "υπερπατριώτες", που θα επέμεναν στον όρο μακεδονική γλώσσα, θα ήταν μια έμμεση παραδοχή ότι οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν ομιλούσαν μια ελληνική διάλεκτο, αλλά μια άλλη γλώσσα και κατά συνέπεια δεν είχαν να κάνουν τίποτε με τους υπόλοιπους που αποτελούσαν τον ελληνικό κορμό. Αληθινός τραγέλαφος!
Βλέπουμε λοιπόν, για μια ακόμη φορά, το πώς η άγνοια και ο φανατισμός οδηγούν στο να υποστηρίζονται από κάποιους θέσεις που ουσιαστικά είναι αντίθετες με αυτά που νομίζουν και θέλουν να πιστεύουν!
Ποιοί ευθύνονται για το πρόβλημα;
 Η ευθύνη βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, βαρύνει και τις δύο πλευρές:
¨   Αυτήν των βορείων γειτόνων μας, όπου κάποιοι πατριδοκάπηλοι, υπερεθνικιστές και δημοκόποι πολιτικοί, βλέπε Γκρούεβσκι, για να αναφέρουμε μόνο έναν από τους τελευταίους, εξυπηρετώντας την ανάγκη των κατοίκων μιας χώρας να αποκτήσουν μια δική τους πολιτισμική ταυτότητα, που θα τους κάνει περισσότερο Ευρωπαίους και θα τους διακρίνει από τους γείτονες τους Βουλγάρους, που πράγματι δεν είναι Σλάβοι, προσπάθησαν να προσεταιριστούν αυτήν των αρχαίων Μακεδόνων, απορρίπτοντας την Σλαβική που είναι η πραγματική τους και που επιτέλους δεν είναι καθόλου κατακριτέα, δεδομένου ότι αποτελεί μια ιστορική πραγματικότητα που την αποδέχονται ολόκληροι ευρωπαϊκοί λαοί, π.χ. Τσεχοσλοβάκοι.
¨   Την δική μας, που μπλέκοντας την αρχαία ιστορία και τα σύνορα του Μακεδονικού κράτους, όπως αυτό υπήρξε στην αρχαιότητα, προτού ο Φίλιππος το επεκτείνει προς Βορρά και Αλέξανδρος ο Μέγας προς Ανατολάς, θεωρούμε, τουλάχιστον πολλοί από εμάς, κυρίως από άγνοια, παρασυρόμενοι από τους γνωστούς "υπερπατριώτες", από υπερεθνικιστές, από υπερήφανους "μακεδονομάχους" που δεν είχαν βέβαια καν γεννηθεί τότε, αλλά και τους παντού και πάντοτε καιροσκόπους πολιτικούς, ότι ό,τι αναφέρεται στη λέξη Μακεδονία ή ό,τι έχει σχέση με τη λέξη αυτή έχει να κάνει με την αρχαία Μακεδονία, λες και ο ρους της ιστορίας έχει παγώσει στους χρόνους εκείνους. 
Έτσι, ανάμεσα στα τόσα άλλα, προέκυψε με του βόρειους γείτονες μας και το θέμα της γλώσσας.
Και ολίγη ιστορία3
Το θέμα αυτό, βέβαια, δεν θα είχε και τόση σημασία, αν η ονομασία της γλώσσας δεν είχε συνδεθεί με αλυτρωτικές βλέψεις για τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής των συνόρων της Μακεδονίας, όπως αυτά διαμορφώθηκαν στους Ρωμαϊκούς χρόνους, θέμα του οποίου η απαρχή ανάγεται μεν σε κινήσεις και ενέργειες της σλαβικής Ελίτ για την απόσχιση από την τότε Οθωμανική αυτοκρατορία στα τέλη του 19ου αιώνα, έλαβε όμως μεγάλες διαστάσεις στη διάρκεια του μεσοπολέμου, ενισχυμένο με τις επιδιώξεις του Στάλιν που, βλέποντας ότι η Βουλγαρία θα συμμαχούσε με την Ναζιστική Γερμανία, θέλησε να σχηματίσει ένα ανάχωμα στη κάθοδο τους στα νότια βαλκάνια με τον σχηματισμό ενός ενιαίου Μακεδονικού κράτους, κάτι που αποτυπώθηκε με το κείμενο - απόφαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς, απόφαση που δημοσιοποιήθηκε και επιβλήθηκε προοδευτικά στα Κομμουνιστικά κόμματα όλων των κρατών και έγινε αποδεκτό δυστυχώς, αρχικά τουλάχιστον, και από το ΚΚΕ.
Το κερασάκι στην τούρτα στο ζήτημα αυτό ήρθε να το βάλλουν οι βλέψεις του Τίτο να αποκτήσει τελικά η τότε Γιουγκοσλαβία, ως Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, πρόσβαση στο Αιγαίο, δημιουργώντας αρχικά το 1944 την Ομόσπονδη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονία, που μετονομάστηκε όμως αργότερα το 1991, με την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, σε Δημοκρατία της Μακεδονίας, έτσι απλά!
Έτσι, εκτός του ότι το Μακεδονικό ζήτημα με τις αλυτρωτικές βλέψεις έλαβε τη μορφή επισήμων διεκδικήσεων από μια χώρα πλέον, δημιούργησε και το θέμα της γλώσσας, αφού στη συνείδηση τριών τουλάχιστον γενεών των βορείων γειτόνων μας αυτοί, θεωρόντας ότι είναι Μακεδόνες, ως κάτοικοι, και όχι μόνο, της χώρας που ονομάσθηκε αυθαίρετα Μακεδονία, η γλώσσα τους θα ήταν φυσικό, κατ' αυτούς, να ονομάζεται Μακεδονική.
Και εδώ αρχίζουν τα μπερδέματα, που με τη συμβολή των επιτηδείων και από τις δύο πλευρές, έκαναν το ζήτημα ένα αληθινό κουβάρι.
Επαναφορά στην ρεαλισμό και στη σημερινή πραγματικότητα
Βέβαια, θα ήταν σίγουρα καλύτερα  η γλώσσα τους να αποκαλείται σλαβο-μακεδονική, αν και αυτό δεν είναι πάλι σωστό, διότι είναι κατ' ουσία Βουλγαρική με προσμίξεις, αναγκαστικές επί εποχής Τίτο, Σερβικές, αυτό όμως δημιουργεί άλλα προβλήματα με την Αλβανική μειονότητα που αποτελεί το 24% του πληθυσμού της γείτονος και ομιλεί την Αλβανική, είπαμε όμως.
Από την άλλη όμως και εμείς, πλέοντας σε απύθμενα πελάγη αγνοίας, το να εξακολουθούμε να ταυτίζουμε, όπως αναφέραμε, το κάθε τι που έχει σχέση με το όνομα Μακεδονία με την αρχαία Μακεδονία, δείχνουμε ότι μπλέκουμε επικίνδυνα την ιστορική πραγματικότητα με τις πολιτικές και άλλες επιδιώξεις όλων εκείνων που βλέπουν ότι αποτελεί μια ευκαιρία να κερδίσουν ψηφαλάκια, όσο η κατάσταση αυτή της διαμάχης και αντιπαράθεσης με την γείτονα χώρα διαρκεί, διότι διαφορετικά κινδυνεύουν να χάσουν τα ψηφαλάκια τους αυτά, αν η συμφωνία που έχει προσυπογραφεί οριστικοποιηθεί, δεδομένου ότι θα ελαττωθούν "επικίνδυνα" οι εγχώριες αντιδράσεις όταν γίνει αντιληπτό ότι θα πάψουν να υφίστανται σταδιακά οι κάθε μορφής αλυτρωτικές τάσεις στους βόρειους γείτονες, αφού θα έχουν απαλειφτεί όχι μόνο οι σχετικές διατυπώσεις τόσο στο Σύνταγμα τους, όσο και σε όλα τα άλλα επίσημα κείμενα, βιβλία και εγχειρίδια, αλλά και όλα τα σχετικά με την αρχαία Μακεδονία σύμβολα και ονομασίες, φθάνοντας  μάλιστα στο σημείο ακόμα και τα αγάλματα των αρχαίων Μακεδόνων, με τα οποία ο Γκρούεβσκι κατέκλεισε την πρωτεύουσα της γείτονος,  να φέρουν επιγραφές που θα διευκρινίζουν ότι αφορούν ιστορικά πρόσωπα της Ελληνικής αρχαίας Μακεδονίας!
Έτσι κάνουν ως να μην έχει αλλάξει τίποτε και δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτε. Ποιος θα ήθελε άλλωστε να του πάρουν μια λαχταριστή μπουκιά... από το στόμα!
Για όσους όμως εξακολουθούν να επιμένουν, και από τις δύο πλευρές, στις αδιάλλακτες θέσεις τους, δεν απομένει παρά να επιχειρήσουν να πουν έστω και μια φράση που να πλησιάζει έστω και λίγο την αρχαία Μακεδονική διάλεκτο.
Όσο για το απερίγραπτο, που εκφράζεται από αυτούς τους υπέρμαχους του πατριωτισμού, ότι τάχα δηλαδή είναι απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων, χώρια ότι αγνοούν ηθελημένα ή μη ότι στον ρου της ιστορίας πραγματοποιήθηκε ένα πραγματικό χωνευτήρι με τις μετακινήσεις πληθυσμών και λαών, μπορεί να δοκιμάσουν, αν τολμούν βέβαια, και ένα test DNA που θα αποκαλύψει την προέλευση της καταγωγής τους. Και τότε θα γελάσουμε όλοι εμείς οι υπόλοιποι, πραγματικά, με την καρδιά μας!

Σημείωση 1η: Το θέμα αυτό ήταν και είναι ένας πραγματικός κίνδυνος για την λειτουργία της Δημοκρατίας. Είναι ένα θέμα λεπτό, ίσως, όμως, η ύπαρξη ενός άρθρου στο Σύνταγμα, που να παραπέμπει σε δίκη όσα δημόσια πρόσωπα και μέσα ενημέρωσης αποδειχθεί εκ των πραγμάτων ότι παραπλάνησαν εσκεμμένα τους πολίτες ή διέσπειραν ψευδείς ειδήσεις για να προσκομίσουν  πολιτικά ή άλλα οφέλη, να αποτελούσε ένα μέτρο για τον περιορισμό αυτής της κατάστασης που κοντεύει να ξεφύγει, αν δεν έχει ήδη ξεφύγει.
Σημείωση 2η: Όπως έχουμε ήδη αναφέρει σε προηγούμενες μας αναρτήσεις με τον γενικό τίτλο "Η Δημοκρατίασε κρίση: Ψάχνοντας τη θεραπεία", ο έλεγχος της εξουσίας, της ορθότητας των νόμων και της διασφάλισης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων θα γινόταν πολύ καλύτερα αν στους θεσμούς της χώρας υπήρχε και αυτός της Γερουσίας, όπως όμως αυτός αναλύθηκε εκτεταμένα στις αναρτήσεις αυτές.
Σημείωση 3η: Περισσότερα σχετικά με την ιστορία της περιοχής και το ζήτημα αυτό αναφέρονται στην ανάρτηση με τίτλο:  "Και το όνομα αυτή είναι…"