Menu bar

16 Μαρτίου 2018

ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ… ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΜΕΡΟΣ 3o: Η «ΤΑΜΠΑΚΙΕΡΑ»!




Η τρίτη και τελευταία ανάρτηση της σειράς αυτής, έχοντας ήδη παρουσιάσει στο 2ο μέρος της το πώς εξελίχτηκε βασικά η δημόσια αλλά η και κατά κεφαλή φαρμακευτική δαπάνη, κυρίως από το 2009 και μετά, καθώς και το πως βασικά γίνεται από το ΕΟΠΥΥ η τιμολόγηση των φαρμάκων, θα εξετάσει:
      ♦    Την εξέλιξη της κατανομής των δαπανών υγείας στα νοικοκυριά.
      ♦    Πώς γίνεται η διαμόρφωση τιμών στα φαρμακευτικά προϊόντα.
 ♦    Ποια είναι η συμμετοχή του πολίτη στην αγορά φαρμάκου, δηλαδή με άλλα λόγια τι πληρώνει αυτός από την τσέπη του.
Δεν θα σταθεί όμως μόνο εκεί. Θα προχωρήσει παραπέρα, ρίχνοντας μια κριτική ματιά στο διαβόητο «σκάνδαλο Novartis», και, εμβαθύνοντας στο θέμα των «σκανδάλων» γενικότερα, θα καταλήξει, όπως λένε, στην «ταμπακιέρα», δηλαδή ποιο είναι πραγματικά το μεγάλο, το πολύ μεγάλο σκάνδαλο στη χώρα μας και ποιος είναι κυρίως ο παράγοντας εκείνος που, αν δεν αλλάξει, θα το διαιωνίζει!
ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΔΑΠΑΝΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΣΤΑ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ
Το θέμα της φαρμακευτικής δαπάνης δεν μπορούσε να μη συμπεριλάβει και αυτήν από την πλευρά του πολίτη. Αξίζει λοιπόν να δούμε το πώς αυτή, αλλά και οι άλλες δαπάνες υγείας ποσοστιαία μεταβάλλονται σε σχέση και με τις συνολικές δαπάνες για την υγεία των νοικοκυριών. Το παρακάτω διάγραμμα είναι πολύ αποκαλυπτικό.
Από το διάγραμμα αυτό βλέπουμε ότι το ποσοστό τόσο της φαρμακευτικής όσο και Νοσοκομειακής δαπάνης των νοικοκυριών αυξάνεται κατά το χρονικό διάστημα 2009 – 2015 περίπου 75% και 82% αντίστοιχα, ενώ, αντίθετα, οι οδοντιατρικές και ιατρικές υπηρεσίες μειώνονται περίπου στο 45% και 54% αντίστοιχα.
Αυτό όμως που αξίζει να παρατηρήσουμε είναι ότι, ενώ τα έξοδα του νοικοκυριού, ποσοστιαία, για φάρμακα και νοσοκομειακή περίθαλψη είναι αυξημένα σε σχέση με το 2009, αυτό έρχεται σε αντίθεση με την μείωση των αντιστοίχων δημοσίων δαπανών από το 2009 και μετά, όπως έδειξε το σχετικό διάγραμμα που παρουσιάστηκε στην προηγούμενη ανάρτηση.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι δαπάνες αυτές των νοικοκυριών παρουσίασαν μια απότομη ποσοστιαία άνοδο το 2012, που για τις δαπάνες του φαρμάκου η άνοδος αυτή συνεχίστηκε και το 2013.
 Η εξήγηση του φαινομένου, τουλάχιστον για την αυξητική τάση που παρουσιάζει η φαρμακευτική δαπάνη των νοικοκυριών, οφείλεται κατά ένα μέρος και σε αυτά που αναφέρονται αμέσως παρακάτω.
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΩΝ ΣΤΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΔΑΠΑΝΗ
Η πάγια αντίληψη είναι πως ο ασφαλισμένος πληρώνει 0%1 ή 10%2 ή 25% της αξίας των συνταγογραφούμενων φαρμάκων που αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ. Αυτό όμως ουσιαστικά δεν ισχύει, όπως δεν ισχύουν τις περισσότερες φορές και οι τιμές που βλέπουμε πάνω στις συσκευασίες των φαρμάκων.
Οι λόγοι για τα παραπάνω είναι δύο:
    Οι τιμές αλλάζουν σε τακτά χρονικά διαστήματα με την έκδοση Δελτίου Τιμών με ισχύ κρατικής διατίμησης και ευθύνη του Υπουργού Υγείας.
    Για κάθε φάρμακο, ισχύουν δύο τιμές: η Λιανική Τιμή πώλησης του φαρμάκου και η Τιμή Αναφοράς, δηλαδή η τιμή βάσει της οποίας ο ΕΟΠΥΥ αποζημιώνει το συγκεκριμένο φάρμακο, όπου τις περισσότερες φορές η Τιμή Αναφοράς είναι χαμηλότερη της Λιανικής.
Ως συνέπεια των παραπάνω ο ασφαλισμένος καλείται να πληρώσει από τις 14 Ιουλίου 20143 τη συμμετοχή του επί της Τιμής Αναφοράς και επιπλέον τη διαφορά4 μεταξύ τιμής αναφοράς και λιανικής τιμής ή το μισό της διαφοράς αυτής στις περιπτώσεις φαρμάκων που δεν υπάρχουν γενόσημα.
Αποτέλεσμα αυτού λοιπόν είναι ότι ενώ οι Λιανικές τιμές των φαρμάκων «πέφτουν», ο ασφαλισμένος πληρώνει, επειδή πέφτουν συγχρόνως ακόμα περισσότερο οι Τιμές Αναφοράς, όλο και μεγαλύτερο ποσοστό επί  της συνολικής αξίας μιας συνταγής, ενώ ο ΕΟΠΥΥ όλο και μικρότερο!
Πράγματι, για φάρμακο με Λιανική Τιμή 24,73 Ευρώ5 και Τιμή Αναφοράς 8,50 Ευρώ, η συμμετοχή του ασφαλισμένου είναι 19,36 Ευρώ [=8,50x25%+(24,73-8,50)+1Ευρώ6], η συμμετοχή του ΕΟΠΥΥ είναι 6,37 Ευρώ και ο ασφαλισμένος πληρώνει τελικά για το φάρμακο αυτό, που είναι και γενόσημο, το 78,3% της αξίας του!
Είναι ακόμη μία φορά που τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται ή λέγονται, όπως και στην περίπτωση αυτή, με το μεν Υπουργείο Υγείας συνεχώς να διατυμπανίζει τις μειώσεις των τιμών των φαρμάκων, τους δε ασφαλισμένους να διαπιστώνουν αύξηση της επιβάρυνσης για την προμήθεια τους, έστω και μικρή, δεδομένου ότι μειώνονται και οι τιμές τους συνήθως με την έκδοση κάθε νέου Δελτίου Τιμών.
Πάντως, για να είμαστε δίκαιοι η πολύ μεγάλη μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, ειδικά μετά το 2011, δεν μπορεί να αποδοθεί στην αύξηση της αντίστοιχης δαπάνης για τα νοικοκυριά όπου, όπως αυτό γίνεται απόλυτα φανερό από το διάγραμμα που ακολουθεί, η αύξηση της τελευταίας συντελεί σε μέρος μόνο της μείωσης της πρώτης.
Υπάρχουν λοιπόν άλλοι λόγοι που συνέβαλαν καθοριστικά στη δραματική πράγματι μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης και οι λόγοι αυτοί θα αναφερθούν στο τμήμα της ανάρτησης αυτής που κάνει μια γενική ανασκόπηση στον τομέα αυτόν της Υγείας
ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΙΜΩΝ ΣΤΑ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
Ιδιωτικά φαρμακεία
Για να γίνει αντιληπτό πως διαμορφώνονται οι τιμές των φαρμάκων στα φαρμακεία, θα πρέπει να δούμε τα τρία στάδια7 διαμόρφωσης αυτών.
Ανώτατη Καθαρή τιμή παραγωγού ή εισαγωγέα (ex factory) είναι η τιμή πώλησης από τους εισαγωγείς, παρασκευαστές, συσκευαστές προς τους φαρμακέμπορους. Η καθαρή τιμή καθορίζεται βάσει της χονδρικής τιμής μειωμένη κατά:
    5,4% για τα συνταγογραφούμενα φάρμακα τα οποία δεν αποζημιώνονται από τους ΦΚΑ (Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ).
      4,9% για τα φάρμακα που αποζημιώνονται από τους ΦΚΑ με τιμή έως 200€.
      1,5% για εκείνα με τιμή άνω των 200,01€ και
      7,8% για τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα (ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ.).
Ανώτατη Χονδρική τιμή των φαρμάκων είναι η τιμή πώλησης προς τα φαρμακεία. Στην τιμή αυτή περιλαμβάνεται το ποσοστό μικτού κέρδους του φαρμακέμπορου το οποίο υπολογίζεται ως ποσοστό επί της καθαρής τιμής παραγωγού ή εισαγωγέα. Τα καθαρά ποσοστά κέρδους για τα φάρμακα είναι τα ποσοστά που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Ανώτατη Λιανική τιμή των φαρμάκων είναι η τιμή που διατίθενται τα φάρμακα στο κοινό από τα φαρμακεία και καθορίζεται από την χονδρική τιμή, προσθέτοντας το νόμιμο κέρδος του φαρμακείου και τον ΦΠΑ που αντιστοιχεί και είναι 6,0% για τα φάρμακα (για ορισμένα από 15/2/2016 ο συντελεστής αυτός ανέβηκε στο 13%). Συγκεκριμένα, το νόμιμο κέρδος του φαρμακείου για όλα τα φάρμακα που αποζημιώνονται από τους ΦΚΑ μειώνεται, ανάλογα, όσο αυξάνει η τιμή χονδρικής τους8 και η μείωση αυτή φαίνεται ενδεικτικά στον σχετικό πίνακα.
Όσον αφορά τα Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα και τα συνταγογραφούμενα φάρμακα που δεν αποζημιώνονται από τους ΦΚΑ,  το νόμιμο κέρδος του φαρμακείου μπορεί να είναι μέχρι το 35% επί της χονδρικής τιμής τους.
Φαρμακεία ΕΟΠΥΥ
Από τα φαρμακεία αυτά γίνεται η χορήγηση φαρμάκων υψηλού κόστους χωρίς συμμετοχή του ασφαλισμένου και χωρίς να απαιτείται θεώρηση (εκτός των δίμηνων).
Με βάση την απόφαση ΦΕΚ 64/Β΄/16-01-2014, ο κατάλογος των φαρμάκων του Ν.3816/2010 χωρίζεται σε δύο επιμέρους παραρτήματα: το πρώτο αφορά φαρμακευτικά σκευάσματα με ένδειξη για νοσοκομειακή χρήση μόνο και το δεύτερο αφορά σε σκευάσματα των οποίων η χρήση δύναται να ξεκινήσει στο νοσοκομείο και να συνεχιστεί εκτός νοσοκομείου. Ο ΕΟΠΥΥ και τα νοσοκομεία προμηθεύονται τα προϊόντα του πρώτου παραρτήματος σε νοσοκομειακή τιμή μειωμένη κατά 5% πλέον των αντίστοιχων rebates, ενώ για τα φάρμακα του δεύτερου παραρτήματος ακολουθείται ο τρόπος τιμολόγησης που ισχύει βάσει αγορανομικών διατάξεων που έχουν αποφασιστεί από το Υπουργείο Υγείας.
Από τον Ιανουάριο του 2016, βάσει της νέας νομοθετικής ρύθμισης για το νοσοκομειακό clawback, όλα τα φάρμακα υψηλού κόστους σοβαρών παθήσεων που η χρήση τους είναι αμιγώς νοσοκομειακή (Παράρτημα 1Α) χορηγούνται αποκλειστικά και μόνο από τα φαρμακεία των δημόσιων νοσοκομείων, ενώ πριν η πλειονότητα των φαρμάκων αυτών παρεχόταν και από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ.
ΓΕΝΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ
Το πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει κάθε σύστημα παροχής υπηρεσιών υγείας είναι διπλό: από την μία η παροχή όσο το δυνατόν καλύτερων και αποτελεσματικότερων τέτοιων υπηρεσιών και από την άλλη οι υπηρεσίες αυτές να μπορεί να παρασχεθούν με τον μικρότερο κόστος τόσο για τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης όσο και τους ασφαλισμένους και τους ιδιώτες γενικότερα.
Επειδή στο πρόβλημα αυτό ο παράγοντας κόστος παίζει καθοριστικό ρόλο, η διεθνής εμπειρία έχει να επιδείξει πληθώρα μέτρων και πολιτικών που ειδικά για την φαρμακευτική δαπάνη αποβλέπουν στη συγκράτηση της.
Τα βασικότερα από αυτά τα μέτρα αποβλέπουν στην ορθολογική χρήση φαρμάκων τόσο από τους ιατρούς που συνταγογραφούν και φαρμακοποιούς όσο και από τους ασθενείς-καταναλωτές μέσω εργαλείων και πολιτικών στις οποίες περιλαμβάνονται:
    Η συνταγογράφηση με γνώμονα τη δραστική ουσία, δηλαδή με βάση την διεθνή ονομασία της δραστικής ουσίας των φαρμάκων και όχι την εμπορική επωνυμία.
   Οι οδηγίες συνταγογράφησης που βασίζονται κυρίως σε θεραπευτικά και διαγνωστικά πρωτόκολλα συνταγογράφησης.
   Καθορισμός ανά ιατρό των μηνιαίων ελάχιστων ποσοστιαίων ορίων συνταγογράφησης φαρμάκων δραστικών ουσιών οι οποίες δεν τελούν υπό καθεστώς προστασίας και ως εκ τούτου δεν θεωρούνται μοναδικές.
   Καθορισμός των ορίων στην φαρμακευτική δαπάνη εκάστου ιατρού ανάλογα με την ειδικότητα, τον αριθμό των ασθενών για τους οποίους συνταγογραφεί, την Περιφερειακή Ενότητα της χώρας όπου έχει έδρα και το μήνα του έτους (εποχικότητα)
    Η παρακολούθηση και έλεγχος της συμπεριφοράς συνταγογράφησης των ιατρών.
    Η υποχρεωτική ή ενδεικτική υποκατάσταση γενόσημων σκευασμάτων στα φαρμακεία.
   Η ενημέρωση του κοινού, προκειμένου να γίνεται ορθολογική χρήση των φαρμάκων (π.χ. σχετικά με τη χρήση των γενόσημων ή για τις αρνητικές συνέπειες της πολυφαρμακίας).
Προς την ίδια κατεύθυνση, όσον αφορά τον περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης, τόσο το Μνημόνιο όσο και η τότε κυβέρνηση προέβλεψαν την εφαρμογή μιας σειράς μέτρων με στόχο τον περιορισμό της, όπως:
  Ανάληψη από το Υπουργείο Υγείας του συνόλου ευθύνης για το φάρμακο (τιμολόγηση, από Γενική Γραμματεία Εμπορίου του ΥΥΚΑ).
   Αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ γενόσήμων και πρωτοτύπων σε επίπεδο τιμής με καθορισμό της τιμής των γενόσήμων στο 60% περίπου της τιμής των πρωτοτύπων.
    Δημοσίευση αρνητικής λίστας συνταγογράφησης, καθώς και λίστας μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων.
    Ένταξη όλων των ασφαλιστικών ταμείων στο σύστημα της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης.
    Μείωση των ποσοστών κέρδους των χονδρεμπόρων και των φαρμακοποιών.
   Πλήρης εφαρμογή του συστήματος τιμολόγησης βάσει των 3 χαμηλότερων τιμών της ΕΕ-22, δηλαδή η άρση των πλαφόν που είχαν επιβληθεί στις μέγιστες μεταβολές των τιμών των φαρμάκων τον Σεπτέμβριο του 2010.
Πράγματι, όπως ήδη αναφέραμε, όλα τα παραπάνω, δηλαδή τόσον αυτά που αφορούν  την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, την προώθηση των γενοσήμων όσο και τον περιορισμό της συνταγογράφησης φαρμάκων με τον καθορισμό ελάχιστων ποσοστιαίων ορίων συνταγογράφησης φαρμάκων δραστικών ουσιών οι οποίες δεν τελούν υπό καθεστώς προστασίας και καθορισμός ορίου δαπάνης συνταγογράφησης φαρμάκων, (Υ.Α.Υ9/οικ.53768/2014- ΦΕΚ 1796/Β/1-7-2014), υλοποιήθηκαν.
Επίσης, η δεύτερη ομάδα των μέτρων υλοποιήθηκε μέσα στο 2011, ενώ ο Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ), που συστάθηκε με τον νόμο 3918/2011, ξεκίνησε τη λειτουργία του την 1η Ιανουαρίου 2012 και είναι το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου το οποίο αποτελεί αγοραστή υπηρεσιών υγείας στην Ελλάδα, απετέλεσε μεγάλο βήμα στην συνολική διαχείριση και έλεγχο των δαπανών στον τομές της Υγείας.
Τέλος, αν και στο τομέα αυτόν υπάρχουν σίγουρα ακόμη βήματα που μπορεί και πρέπει να γίνουν προς την κατεύθυνση της παροχής καλυτέρων υπηρεσιών και της περιστολής δαπανών, κυρίως πλέον με τον συστηματικό έλεγχο τόσο αυτών όσο και των «παραγόντων» που μπορεί ή ενδέχεται να τις επηρεάζουν, με την καθιέρωση των rebates και clawback (μηχανισμός αυτόματων επιστροφών), που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το 2012, επιτυγχάνεται όχι μόνο μείωση της δημοσίας φαρμακευτικής δαπάνης, αλλά και περιστολή της αλόγιστης, με πλάγια μέσα, τάσης για υπερσυνταγογράφηση φαρμάκων.
Εδώ, όμως, χρειάζεται λελογισμένη χρήση των μηχανισμών αυτών, για να μην αποβούν boomerang τόσο στη διάθεση φαρμάκων στην ελληνική αγορά όσο και στην βιωσιμότητα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας.
ΠΕΡΙ ΣΚΑΝΔΑΛΩΝ
Είναι σε όλους γνωστό ότι μεγαλύτερος και πλέον διαδεδομένος διαφθορέας από το χρήμα δεν υπήρξε και, με σχεδόν μηδενικές πιθανότητες λάθους πρόβλεψης, δεν θα υπάρξει. Είναι λοιπόν απόλυτα λογικό ότι το δημόσιο χρήμα πρέπει να διαφυλάττεται και διαχειρίζεται όσο το δυνατόν καλύτερα και αποτελεσματικότερα και υπ’ αυτήν την έννοια είναι θεμιτή κάθε προσπάθεια πάταξης της διαφθοράς στο δημόσιο και παραδειγματικής τιμωρίας των ενόχων.
Εάν όμως υπάρχουν πρόσωπα που κατηγορούνται ότι με τις πράξεις ή παραλήψεις τους ζημίωσαν το Δημόσιο, οι κατηγορίες αυτές πρέπει να είναι συγκεκριμένες, να στηρίζονται σε στοιχεία και οι εισαγγελικές αρχές έχουν καθήκον να διερευνήσουν με ιδιαίτερη προσοχή και σε βάθος τις κατηγορίες αυτές προτού ανακοινώσουν οτιδήποτε σχετικό και απαγγείλουν οιαδήποτε κατηγορία.
Αυτά ισχύουν γενικώς, ιδιαιτέρα μάλιστα όταν πρόκειται περί πολιτικών προσώπων, όπου αντιπολιτευόμενα κόμματα και τύπος, μαζί με ένα κοινό που είναι έτοιμο να επιρρίψει την ευθύνη για την οικονομική κρίση της χώρας παντού, εκτός βέβαια από τις δικές του επιλογές, διψούν να πετάξουν στην αρένα με τα θηρία το πρώτο δημόσιο πρόσωπο που απλά αναφερθεί, χωρίς ούτε καν ακόμη να κατηγορηθεί, ότι μπορεί να συμμετείχε σε σκάνδαλο διαφθοράς και διασπάθισης δημοσίου χρήματος.
Τα παραπάνω λέγονται με την ευκαιρία του διαβόητου πλέον «σκανδάλου Novartis» και του τρόπου που ερμηνεύτηκε το άρθρο 86 του Συντάγματος, για το οποίο τόσο λόγος γίνεται πρόσφατα, βάσει του οποίου διασύρθηκε μια σχεδόν «ντουζίνα» πολιτικών προσώπων του συνόλου σχεδόν του χώρου της αντιπολίτευσης, χωρίς να εξεταστεί πρώτα απ’ όλα αν ευσταθούν τα γεγονότα που αναφέρονται στη δικογραφία και που πρέπει ούτως ή άλλως να εξεταστούν, ανεξάρτητα από τις κατηγορίες περί χρηματισμού, δεδομένου ότι όπως μας δείχνει και το ακόλουθο διάγραμμα από το 2004 η φαρμακευτική δαπάνη είχε αρχίσει να απογειώνεται, φθάνοντας στο κατακόρυφο, όπως ήδη έχουμε αναφέρει και αλλού στη σειρά αυτή, το έτος 2009.
Όσον όμως αφορά τις κατηγορίες περί χρηματισμού, που αποτελούν και τον λόγο για τον οποίο παραπέμπονται τα πολιτικά αυτά πρόσωπα, θα έπρεπε να ζητηθεί από τους «προστατευόμενους» αυτούς μάρτυρες, λόγω της εξαιρετικής σοβαρότητας του θέματος, να προσκομίσουν απτές αποδείξεις και στοιχεία, διότι οι αναφορές του τύπου «θεωρώ αντίθετο στη λογική […] να έλαβε δώρο ποσό κάτω των 200.000 ευρώ», «πιθανολογώ ότι… », «αυτό το βασίζω… », «έλαβε […] 600.000 Ευρώ το ελάχιστον… » κ.λπ., σίγουρα δεν αποτελούν στοιχεία ούτε όπως αυτά νοούνται κατά την κοινή λογική ούτε όπως αυτά νοούνται στη δικαιοσύνη, αλλά ούτε όπως εννοεί και αυτό ακόμα το άρθρο 86 του Συντάγματος το οποίο αναφέρει με σαφήνεια: «Αν στο πλαίσιο άλλης ανάκρισης, προανάκρισης, […] προκύψουν στοιχεία… »
Το ιδιαίτερα δυσάρεστο πάντως με τον τρόπο που παραπέμφθηκαν, τσουβαλιάστηκαν καλύτερα, τόσα κορυφαία πολιτικά πρόσωπα, πέρα από τη σοβαρότητα που έχει, είναι και το ότι συμπεριέλαβε και τον τέως Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας που διατέλεσε για λίγο, ένα μήνα (!), Υπηρεσιακός Πρωθυπουργός, αφού φαίνεται δεν είχε την λεγόμενη «έξωθεν καλή μαρτυρία» του Μεγάρου Μαξίμου, όπως είχε βέβαια η κυρία Βασιλική Θάνου που δεν πρόλαβε να αποχωριστεί την θέση της ως Πρόεδρος του Αρείου Πάγου και διορίστηκε Προϊσταμένη του νομικού γραφείου της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού!
Ενώ λοιπόν συμβαίνουν αυτά, φαίνεται να μη μας ενδιαφέρουν οι πρακτικές της εταιρίας αυτής καθώς πιθανόν και πολλών άλλων, εάν βέβαια αποδειχθεί ότι πράγματι έγιναν, για προώθηση των προϊόντων τους μέσω της υπέρμετρης και κυρίως κατευθυνόμενης συνταγογράφησης των γιατρών, κάτι που είναι αυτό ακριβώς που διερευνάται σε άλλες χώρες και επιβάλλονται χρηματικά πρόστιμα, δεδομένου ότι η έρευνα ξεκίνησε και συνεχίζεται στην Αμερική για την εταιρία αυτή από το FBI για υπόθεση αθέμιτου ανταγωνισμού.
Ακόμα, αντί να τύχουν, έστω, μιας στοιχειώδους αναγνώρισης τα άτομα εκείνα που πέτυχαν τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης μετά το 2009, όταν οι δαπάνες άρχισαν να αποκλιμακώνονται ραγδαία και να εφαρμόζεται μια πλειάδα μέτρων, πολλά μάλιστα καινοτόμα που σίγουρα θα αποτελέσουν πρότυπο προς εφαρμογή και σε άλλες χώρες, όπως π.χ. εξετάζει η Κύπρος, αντίθετα, τα τσουβαλιάζουμε συλλήβδην και τα διασύρουμε με ανυπόστατες ουσιαστικά καταγγελίες, όταν μάλιστα το ύψος της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης όχι μόνο δεν φαίνεται να μειώνεται περισσότερο μετά το 2014, αλλά τα πρόσφατα στοιχεία να δείχνουν και μια μικρή άνοδο.
Και, αν, ας υποθέσουμε, η συγκεκριμένη εταιρεία μοίραζε «μίζες» και στα άτομα που με τις ενέργειες τους φαίνεται ότι τη ζημίωναν στη πράξη πολύ σοβαρά, μήπως, λέμε τώρα, μήπως είναι προτιμότερο να αποδεχόμαστε την πρακτική αυτή και σε αντάλλαγμα να μειώνεται στο εκατονταπλάσιο η φαρμακευτική δαπάνη;
Και βέβαια, γιατί, όταν προκύπτουν βάσιμες ευθύνες για παραλείψεις, έστω από αμέλεια, από άτομα της δικής μας, λέμε τώρα, κυβέρνησης, παραλείψεις όμως  που ζημίωσαν το κράτος, δεν δεχόμαστε καν να εξετάσουμε το θέμα αυτό και κάνουμε τον Κινέζο;
Στα διαδραματιζόμενα υπάρχει ακόμη, όπως καταλαβαίνετε, πολύς δρόμος, είμαστε ακόμη στην αρχή, θα δούμε πολλά και σίγουρα θα είναι κάτι που θα στιγματίσει και θα επηρεάσει, δυστυχώς, για πολύ καιρό την πολιτική ζωή του τόπου.
Για τους λόγους αυτούς η ευθύνη όσων αποδειχθεί ότι τα προκάλεσαν άκριτα, στην καλύτερη περίπτωση, ή για ίδιους σκοπούς, στη χειρότερη, είναι πολύ μεγάλη, όταν μάλιστα τα εθνικά θέματα που υπάρχουν γύρω – γύρω και έχει να αντιμετωπίζει η χώρα είναι από σοβαρά έως εξαιρετικά κρίσιμα και απαιτούν εθνική ομοψυχία και συγκέντρωση, παρά διχασμό και πολιτική φαγωμάρα!
Για όλα αυτά πάντως τα ερωτήματα και τις απορίες μια πειστική, πιστεύω, απάντηση, που ακουμπά όμως τόσο την καρδιά του προβλήματος αυτού όσο και άλλων γενικότερα, που έχουν σχέση μεν με τους πολιτικούς, αφορούν όμως τελικά τον τρόπο που λειτουργεί η Δημοκρατία, δίνεται αμέσως σε ότι ακολουθεί.
DEFINE THE PROBLEM!
Το έχουμε πει και δεν θα κουραζόμαστε να το λέμε σε κάθε ευκαιρία: Για να βρεις ποια είναι η λύση ενός προβλήματος, πρέπει πρώτα απ’ όλα να καθορίσεις ποιο είναι το πρόβλημα!
Απλό; Αυτονόητο; Κι όμως δεν είναι έτσι. Πόσα και πόσα λάθη δεν έχουν γίνει γιατί, έτσι, νομίζουμε ότι αυτό είναι το πρόβλημα και προχωράμε περιχαρείς στη λύση του. Τα παραδείγματα είναι πολλά και αφορούν κάθε τομέα της ζωής μας, από την ανατροφή των παιδιών μας, την Παιδεία, την εκπαίδευση που την μπερδεύουμε ακόμη με την Παιδεία, την οικονομία, την πολιτική και τόσα άλλα.
Συνήθως οι λύσεις είναι απλές, μπροστά στα μάτια μας, αλλά είτε δεν τις βλέπουμε γιατί μας εμποδίζουν άλλα πράγματα ή ακόμη χειρότερα δεν θέλουμε να τις δούμε. Απαιτούν ανατροπές, να σπάσουμε αυγά, όπως λένε, και το κυριότερο να βγάλουμε από το μυαλό μας πεποιθήσεις, προκαταλήψεις ή ιδεοληψίες που έχουν δημιουργηθεί με τα χρόνια και με τις οποίες ζούμε μια ζωή.
Όπως έλεγε ο Αϊνστάιν: «Τα προβλήματα δεν λύνονται με το επίπεδο σκέψης που τα δημιούργησε»!
Για να γυρίσουμε όμως στα δικά μας, σε αυτά που αναφέραμε παραπάνω, ίσως πιστεύετε ότι είναι θέμα πολιτικών και ότι μια άλλη κυβέρνηση δεν θα κάνει τα ίδια. Αν όμως αφήσουμε τέτοιες απλοϊκές λύσεις να κυριαρχήσουν και πάλι στο μυαλό μας, μπορεί να φθάσουμε στο συμπέρασμα ότι και όλο το πολιτικό σύστημα είναι διεφθαρμένο, συμπέρασμα όμως εξαιρετικά επικίνδυνο αφού ξέρετε, τουλάχιστον οι λίγο μεγαλύτεροι, πού αυτό οδήγησε: στη χούντα του ’67 των συνταγματαρχών!
Αντίθετα, αν προβληματισθούμε σοβαρά με το θέμα και το ψάξουμε περισσότερο, θα διαπιστώσουμε τελικά ότι αυτά και άλλα οδυνηρά και απαράδεκτα που ζούμε, αλλά και ζήσαμε, είναι αποτελέσματα του τρόπου διακυβέρνησης της χώρας και είναι χαρακτηριστικά, λιγότερο ή περισσότερο, κάθε κυβέρνησης που πέρασε από τη χώρα.
Υπάρχουν θα μου πείτε εξαιρέσεις, αν το σκεφτείτε όμως καλύτερα, αυτές οφείλονται περισσότερο σε άτομα και πολύ λιγότερο στο σύστημα διακυβέρνησης ή καλύτερα στον τρόπο που λειτουργεί, τουλάχιστον στη χώρα μας, η Δημοκρατία, οι θεσμοί της και ο διαχωρισμός των εξουσιών. Και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα!
Πράγματι, στη Δημοκρατία, την πραγματική Δημοκρατία η διακυβέρνηση μιας χώρας δεν συνεπάγεται καθόλου και κατάληψη της εξουσίας, κάτι που η κυρία Πέρδικα Μπαζιάνα, σύζυγος του πρωθυπουργού, διαπιστώνοντας ότι δε είχε γίνει τουλάχιστον ακόμη, δήλωσε σε συνέντευξη της, με περισσή ειλικρίνεια και σχεδόν με παράπονο, το περίφημο: «Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε την κυβέρνηση, αλλά όχι την εξουσία»!
Επειδή το θέμα της άσκησης της κρατική εξουσίας και της διάκρισης των εξουσιών, δηλαδή της εκτελεστικής, της νομοθετικής και της δικαστικής εξουσίας, αναλύθηκε με αρκετή, πιστεύουμε, επάρκεια σε πρόσφατη  ανάρτηση με τίτλο «Πολιτική (ή Πολιτειακή) σαλάτα», εδώ θα μείνουμε κυρίως στη διαπίστωση ότι, επειδή στη χώρα μας η εκτελεστική εξουσία όχι μόνο επεμβαίνει έμμεσα πλην σαφώς στη δικαιοσύνη, διορίζοντας τους προέδρους και αντιπροέδρους των ανωτάτων δικαστηρίων, αλλά συνυπάρχει και συναποφασίζει με την νομοθετική εξουσία, αυτό έχει ως αποτέλεσμα η όποια παράταξη κυβερνά, αφού έχει και την πλειοψηφία στη Βουλή, να μπορεί να «περνά» όποιο νόμο θέλει, όποτε θέλει και με όποιον τρόπο το θέλει, υπηρετώντας πολύ συχνά συντεχνιακά και κομματικά συμφέροντα και αντιλήψεις.
Καταλήξαμε λοιπόν, απαριθμώντας τα κυριότερα αίτια του φαινομένου αυτού, ότι πραγματικά ουσιαστικό βήμα για την αντιμετώπιση των βασικών αιτίων που προκαλούν την εμφάνιση αυτών των προβλημάτων και δυσλειτουργιών, αποτελεί η μετατροπή του πολιτεύματος μας από Προεδρευόμενη σε Προεδρική Δημοκρατία, λαμβάνοντας πολλά στοιχεία και από την αντίστοιχη Γαλλική, ώστε να υπάρχει βασικά σαφής διάκριση των εξουσιών, αφού η εκτελεστική εξουσία, πλην των άλλων, δεν θα μπορεί να συμμετάσχει αφενός στη νομοθετική και αφετέρου δεν θα αποτελεί καθόλου δεδομένο ότι θα έχει και την σχετική πλειοψηφία στην τελευταία.
Τώρα, το πώς, ακόμα και σε μια Προεδρική Δημοκρατία, αυτό μπορεί βασικά να γίνει, ώστε η Δημοκρατία και οι θεσμοί της σε τελική ανάλυση να λειτουργούν αποτελεσματικά, λαμβάνοντας υπόψη και αυτό που ανέφερε σε πρόσφατη συνέντευξη του ο νεοέλληνας στοχαστής και συγγραφέας Στέλιος Ράμφος, ότι δηλαδή «στην πρόσφατη ιστορία μας των 200 ετών δεν είχαμε κοινωνική ανάπτυξη που να δημιουργήσει ατομικότητες με δική τους οντότητα, οπότε παίρνουμε ταυτότητα από τον εχθρό μας», με άλλα λόγια δηλαδή ότι χρειαζόμαστε έναν «κακό», για να σχηματίσουμε εικόνα για τον εαυτό μας και να δείξουμε στους άλλους ποιοι είμαστε, θα περιμένετε να το δείτε σε μια επόμενη ανάρτηση όπου θα εκτεθούν και οι σχετικές προτάσεις.



Σημείωση 1: Πέρα από ειδικές κατηγορίες ασθενών και στις περιπτώσεις εργατικών ατυχημάτων που δεν καταβάλλουν συμμετοχή, δεν καταβάλλουν συμμετοχή και οι ασφαλισμένοι του ΕΟΠΥΥ για φάρμακα που προμηθεύονται είτε από τα φαρμακεία ή τις αποθήκες του Οργανισμού ή από τα φαρμακεία των Κρατικών Νοσοκομείων, όπως και για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό βάσει του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμού, όπως ισχύει κάθε φορά
Σημείωση 2: Ποσοστό συμμετοχής 10% καταβάλλεται από τους δικαιούχους του ΕΚΑΣ και τα προστατευόμενα μέλη των οικογενειών τους για όλα τα φάρμακα.
Σημείωση 3: Μέχρι τότε τη διαφορά της Λιανικής Τιμής του φαρμάκου από την Τιμή Αναφοράς την μοιράζονταν ο ασφαλισμένος με τον ΕΟΠΥΥ, που σημειωτέον ξεκίνησε τη λειτουργία του τον Ιανουάριο του 2012 .
Σημείωση 4: Το ποσόν που ο ασθενής καλύπτει πέραν της θεσμοθετημένης συμμετοχής δεν μπορεί να υπερβαίνει το ύψος των 50 ευρώ ανά μοναδιαίο σκεύασμα. Στις περιπτώσεις που η Λιανική τιμή του φαρμάκου είναι χαμηλότερη από την τιμή Αναφοράς, η διαφορά μεταξύ Λιανικής τιμής και τιμής Αναφοράς αφαιρείται από την προβλεπόμενη θεσμοθετημένη συμμετοχή του ασθενούς έως το ήμισυ αυτής.
Σημείωση 5: Λιανική τιμή Απριλίου 2014 για φάρμακο για την υπερλιπιδαιμία (ατορβαστατίνη 40mg, με 28 δισκία, Γενόσημο)
Σημείωση 6: Μετά την εφαρμογή του ν.4093/2012 ορίζεται η εκ μέρους των ασθενών, πλην ορισμένων εξαιρέσεων, καταβολή υπέρ του ΕΟΠΥΥ του ποσού του ενός (1) ευρώ ανά συνταγή που εκτελείται στα ιδιωτικά φαρμακεία.
Σημείωση 7: Εκτός από τα τρία στάδια διαμόρφωσης των τιμών των φαρμάκων, υπάρχει και η τιμή πώλησης (Ανώτατη Νοσοκομειακή Τιμή) από τους ΚΑΚ (Κατόχους Αδείας Κυκλοφορίας) προς το Δημόσιο, τα Δημόσια νοσοκομεία, τις Μονάδες Κοινωνικής Φροντίδας, τα φαρμακεία ΕΟΠΥΥ, κάποια νομικά πρόσωπα και τα φαρμακεία των ιδιωτικών κλινικών άνω των 60 κλινών, τιμή που καθορίζεται βάσει της τιμής παραγωγού μειωμένη κατά 8,74% και, επιπλέον, μείον τα rebates
Σημείωση 8: Στην Ελλάδα, τα συνταγογραφούμενα φάρμακα με χονδρική τιμή έως €20 καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο κομμάτι της αγοράς με 63,2%, ενώ, μόλις το 4,3% έχει τιμή μεγαλύτερη των 100€, ακολουθώντας αντίστοιχη διάρθρωση με τη Πορτογαλία (57,7% και 1,8% αντιστοίχως) και την Ιταλία (78,3% και 1,2% αντιστοίχως).