Menu bar

01 Απριλίου 2018

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΕ ΚΡΙΣΗ: ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ, ΜΕΡΟΣ 2ο


Στο πρώτο μέρος της σειράς αυτής, αφού παρουσιάσαμε στοιχεία που δείχνουν ότι η Δημοκρατία σε παγκόσμιο επίπεδο βρίσκεται, αλλού λιγότερο και αλλού περισσότερο, σε κρίση, εντοπίσαμε το ενδιαφέρον μας και στο τι συμβαίνει στη χώρα μας, την Ελληνική Δημοκρατία.
Αναφέραμε έτσι τα βασικά αίτια που την καθιστούν προβληματική, αφήνοντας κατά μέρος τα μεγάλα λόγια, όπως περί «λίκνου της Δημοκρατίας», που το μόνο που κάνουν είναι να μας εφησυχάζουν και να μας αποκοιμίζουν, προβάλλοντας συνεχώς τη μεγαλοσύνη των προγόνων μας και αποκρύπτοντας ότι εμείς, σε σύγκριση, κάνουμε ως σύνολο, ως λαός, ελάχιστα για να τους μοιάσουμε, εκτός βέβαια από την διαρκή πολιτική «φαγωμάρα» που μας κάνει ανίκανους να κοιτάξουμε κατάματα τα πραγματικά μας προβλήματα!
Προχωρώντας στο πώς οι αιτίες που προκαλούν την εμφάνιση των προβλημάτων αυτών στην λειτουργία της Δημοκρατίας μας και των θεσμών της μπορεί να διορθωθούν, αναφέραμε αρχικά την πολιτειακή αλλαγή, που όσο περνά ο καιρός γίνεται και πιο επιτακτική, δηλαδή μετατροπή του πολιτεύματος από Προεδρευομένη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία σε αντίστοιχη Προεδρική, με τις συμπληρώσεις, όμως, εκείνες που θα την κάνουν πραγματικά λειτουργική και δεν θα αντικαταστήσουν τα υπάρχοντα ελαττώματα και αδυναμίες με νέες.
Ως τέτοιο αναγκαίο συμπλήρωμα αναφέραμε τη δημιουργία ενός νέου θεσμού με συγκεκριμένες αρμοδιότητες, ενός κατ’ ουσίαν ελεγκτικού Σώματος, της Γερουσίας, που θα συμπληρώνει αποτελεσματικά τη λειτουργία των ανωτάτων Δικαστηρίων, θα δρα όμως αυτοβούλως και όχι κατόπιν αίτησης ή προσφυγής κάποιων πολιτών ή φορέα.
Η αιτιολογία της ύπαρξης ενός τέτοιου Σώματος, ώστε να απαντήσει με επιτυχία στους προβληματισμούς που δικαιολογημένα υπάρχουν σχετικά με την ύπαρξη του, θα δοθούν σε ότι αμέσως ακολουθεί.
ΓΙΑΤΙ ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ Η ΘΕΣΠΙΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΑΥΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ
Καθημερινά, είμαστε μάρτυρες είτε πράξεων της εξουσίας, κυρίως της εκτελεστικής και της Νομοθετικής, που άμεσα, αλλά και έμμεσα, παραβιάζουν το Σύνταγμα είτε καταστάσεων όπου δημιουργούνται και ψηφίζονται εκατοντάδες νόμοι, νόμοι που διακρίνονται πολλές φορές για την προχειρότητα τους, αποβλέπουν συχνά στην εξυπηρέτηση κομματικών ή πελατειακών σχέσεων, τρέφουν τη γραφειοκρατία και αυτή με τη σειρά της τη διαφθορά και το χειρότερο όλων να είναι ότι, ενώ υπάρχουν σχετικοί νόμοι, αυτοί να μην εφαρμόζονται ή να μην μπορεί να εφαρμοστούν.
Αποτέλεσμα είναι να ζούμε σε μια χώρα που, ενώ παραβιάζονται κατάφορα διατάξεις του Συντάγματος, δεν υπάρχουν επιπτώσεις, η διαφθορά να ευνοείται λόγω της πολυνομίας και κακονομίας, προς τέρψη όσων επωφελούνται άμεσα ή έμμεσα, οι δε πολίτες να αισθάνονται ότι ζουν σε ένα περιβάλλον ανομίας όπου συμβαίνουν, μπροστά στα μάτια τους, πράγματα και θαύματα και σχεδόν κανείς αρμόδιος να μην ενδιαφέρεται, αρκούμενοι στη θέση του παρατηρητή.
Όλα τα παραπάνω δεν είναι τίποτε άλλο παρά φαινόμενα παρακμής, φαινόμενα που ευτελίζουν και αποδυναμώνουν την Δημοκρατία, δίνοντας την ευκαιρία σε περιθωριακές ομάδες και κινήματα, που χρόνια τώρα καιροφυλαχτούν, έχοντας ως μοναδικό στόχο την κατάργηση της, και που διαφορετικά δεν θα είχαν κανένα, μα κανένα λόγο ύπαρξης, να κάνουν προκλητικά την εμφάνιση τους.
Τα όσα ενδεικτικά θα αναφερθούν παρακάτω αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.
Όταν οι αρμοδιότητες των εξουσιών εσκεμμένα ή μη αλληλεπικαλύπτονται
Το Σύνταγμα της Ελλάδος αφιερώνει για τη Δικαστική Εξουσία δύο Κεφάλαια και πολλά άρθρα, από το 97 μέχρι και το 100Α. Σε αυτά, τα 9 τελευταία αναφέρονται στην οργάνωση και λειτουργία των δικαστηρίων, όπου μεταξύ των άλλων καθορίζονται και οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), του Ελεγκτικού Συνεδρίου καθώς και του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου.
Υπό την έννοια αυτή θα έλεγε κανείς ότι όσα αναφέρονται και καθορίζουν τη Δικαστική Εξουσία είναι πλήρη1 και δεν απαιτείται τίποτε άλλο. Εντούτοις στο Σύνταγμα υπάρχουν στον τομέα αυτόν αλληλεπικαλύψεις που δημιουργούν σοβαρά προβλήματα.
Πράγματι, με τα Άρθρα 61, παρ. 2, και 62 ανατίθεται στη Βουλή η χορήγηση ή μη άδειας για δίωξη μέλους της, ενώ με το Άρθρο 86, παρ. 1 και 2, το Σύνταγμα αναθέτει σε αυτήν την αρμοδιότητα «…να ασκεί δίωξη όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους…».
Αν και αυτά έγιναν πιθανόν με το σκεπτικό να μη σέρνονται στα δικαστήρια πολιτικά πρόσωπα κάθε λίγο και λιγάκι για κατηγορίες που μπορεί να αποδειχτούν εκ των υστέρων αβάσιμες, στην πράξη αποδείχτηκε ότι λειτούργησαν είτε για να παρέχουν ασυλία, αν το κατηγορούμενο πολιτικό πρόσωπο ανήκε στην πλειοψηφία ή η Βουλή ήθελε για τους δικούς της συγκυριακούς λόγους να το προστατεύσει, ή αντίθετα, μέσο για να διασύρονται και διαβάλλονται πρόσωπα του χώρου της αντιπολίτευσης κυρίως, αλλά και συμπολίτευσης, για καθαρά μικροκομματικούς λόγους και σκοπιμότητες.
Στην περίπτωση όμως ύπαρξης Γερουσίας, εφόσον αυτή αποτελεί κατ’ ουσία δικαστικό σώμα και δεν θα επηρεάζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση και τους πολιτικούς συσχετισμούς στη Βουλή, όπως θα γίνει αυτό βασικά δυνατόν με τα όσα προτείνουμε και αναλύσουμε στο 3ο μέρος της σειράς αυτής για τον τρόπο εκλογής και σύστασης της, το θέμα αυτό όχι μόνο θα αντιμετωπίζεται στη ουσία του, αλλά θα διαφυλάττεται και το κύρος του πολιτικού συστήματος, αποτρέποντας κατάφορα αντιδημοκρατικές ενέργειες ή πολιτικές σκοπιμότητες.
Πράγματι, στις περιπτώσεις αυτές το αρμόδιο δικαστήριο θα εξετάζει, διακριτικά όμως και χωρίς ανακοινώσεις, κάθε σχετική καταγγελία, υπό την απαραίτητη βέβαια προϋπόθεση ότι αυτή θα συνοδεύεται με συγκεκριμένα στοιχεία. Εφόσον αυτή αποδειχθεί τελικά βάσιμη, θα προσκομίζει όλη τη δικογραφία στη Γερουσία, η οποία αφού την εξετάσει σε μυστική συνεδρίαση ή συνεδριάσεις, ενεργώντας ως δεύτερη δικλείδα ασφαλείας, θα δίνει τότε, και μόνο τότε, εντολή να προχωρήσει ή μη η άσκηση δίωξης του εμπλεκόμενου ή εμπλεκόμενων πολιτικών προσώπων.
Όταν η νομοπαραγωγική διαδικασία καταντά ασυδοσία
Στις προβλέψεις του Συντάγματος (Άρθρο 44, παρα.1) δίνεται η δυνατότητα, για την αντιμετώπιση περιπτώσεων εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να μπορεί, ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει νομοθετήματα που ονομάζονται Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ).
Με το Άρθρο 43, παρα.1, εδάφιο β’, δίνεται επίσης  η δυνατότητα σε άλλα όργανα της εκτελεστικής λειτουργία, εκτός δηλαδή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, έκδοσης κανονιστικών διοικητικών πράξεων προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικότερα θέματα, θέματα με τοπικό ενδιαφέρον κ.λπ. όποτε έχομε τις λεγόμενες Πράξεις Υπουργικού Συμβουλίου (ΠΥΣ), Υπουργικές Αποφάσεις, αποφάσεις Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας κ.λπ.
Είναι ευνόητο ότι, λόγω του έκτακτου ή ειδικού χαρακτήρα τους, τα νομοθετήματα αυτά πρέπει να είναι περιορισμένα σε  αριθμό. Πρέπει, αλλά το παρακάτω διάγραμμα μας λέει άλλα.
Το ακόμα χειρότερα, όμως, στη δεύτερη περίπτωση είναι ότι, επειδή οι κανονιστικές διοικητικές αυτές πράξεις δεν διαβιβάζονται στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) για τη διατύπωση παρατηρήσεων επί της συνταγματικότητας και νομιμότητας των, συμβαίνει να προσβάλλονται αργότερα στο ΣτΕ από πολίτες ή φορείς που θίγονται ή διαφωνούν με αυτές, δεδομένου δε ότι ο χρόνος που απαιτείται από την άσκηση της αίτησης ακύρωσης ή αναίρεσης ως την έκδοση απόφασης μπορεί συχνά να υπερβαίνει και τα 5 χρόνια, καταλαβαίνει κανείς τι χάος και καθυστερήσεις στη λειτουργία του κράτους παρατηρούνται.
Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όμως, όπως αναφέρει ο Παναγιώτης Καρκατσούλης, τέως βουλευτής Επικρατείας και καθηγητής της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, βραβευμένος με το «Διεθνές βραβείο Δημόσιας Διοίκησης» από την Αμερικανική Ένωση Δημόσιας Διοίκησης, δεν βρίσκεται μόνο στην παρα-νομοθετική υπερδραστηριότητα αλλά και στην ποιότητά της, με την εμφάνιση τελευταία τερατωδών ΠΝΠ με Άρθρα και Κεφάλαια - κανονικά νομοσχέδια, δηλαδή - και μάλιστα ετερογενή και ετερόκλητα.
Όταν η παραβίαση του Συντάγματος είναι απίστευτη  και καταντά ρουτίνα
Παρά τα όσα αναφέρονται στο μέρος του Συντάγματος που αφορά τη Νομοθετική λειτουργία της Βουλής (Άρθρο 74, παρα. 32 και 53), δηλαδή ότι απαγορεύεται να εισάγονται για συζήτηση εάν είναι άσχετες με το κύριο αντικείμενο του νομοσχεδίου, οι παραβιάσεις αυτών καταντούν πλέον να έχουν γίνει συνηθισμένο καθεστώς, με τις διαμαρτυρίες για το γεγονός αυτό να ακούγονται από τα κόμματα της αντιπολίτευσης μέχρις ότου, όμως, τα ίδια αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας!
Τα όσα αναφέρονται παρακάτω είναι εξαιρετικά αποκαλυπτικά.
 Από το 2015 υπουργοί και βουλευτές σε 56 μόνο νομοσχέδια έχουν καταθέσει 501 υπουργικές τροπολογίες και 607 βουλευτικές, ενώ σε ένα Νομοσχέδιο του ΥΠΟΙΚ, για να κλειστούν εκκρεμότητες άσχετες με το θέμα, κατατέθηκαν σωρεία τροπολογιών, σχεδόν μια ανά δέκα λεπτά, πέραν εκείνων που είχαν ήδη ενσωματωθεί σε αυτό!
Για να γίνει αντιληπτό τι σημαίνει η πρακτική αυτή, υπενθυμίζεται ότι οι τροπολογίες αυτές δεν συνοδεύονται, ως όφειλαν, από έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου για τις δαπάνες που προκαλούν και δεν αναρτώνται δημόσια. Είναι, όπως γίνεται φανερό, ένα μέσο προώθησης «ρουσφετιών», ένα μέσο που προφυλάσσει ταυτόχρονα κι εκείνους που προωθούν το ρουσφέτι από την όποια αρνητική κριτική.
Και όλα αυτά συμβαίνουν όταν, εκτός των όσων αναφέρει το Σύνταγμα για τροπολογίες, υπάρχει και ο Νόμος 4048/2012 που αναφέρεται στις Αρχές, Διαδικασίες και Μέσα Καλής Νομοθέτησης, όπου μεταξύ άλλων στο Άρθρο 8 αναφέρει:
 «Κάθε σχέδιο νόμου, προσθήκη ή τροπολογία συνοδεύονται κατά την κατάθεσή τους στη Βουλή από αιτιολογική έκθεση. Στην αιτιολογική έκθεση επεξηγούνται αναλυτικά η αναγκαιότητα και ο σκοπός της ρύθμισης, τεκμηριώνεται δε αναλυτικά η τήρηση των αρχών της καλής νομοθέτησης του άρθρου 2»
Βέβαια, για να μην υπάρξουν παρανοήσεις, η τακτική αυτή των τροπολογιών είναι μια πάγια τακτική όλων των κυβερνήσεων, φαίνεται όμως ότι κάθε νέα κυβέρνηση αποδεικνύεται καλύτερος μαθητής από την προηγούμενη!
Πολυνομοσχέδια: Όλα σε ένα και όποιος καταλάβει, κατάλαβε
Θα ήταν όμως παράλειψη να μην αναφέρουμε εδώ και τα περίφημα «πολυνομοσχέδια», όπου κατατίθενται πολλά νομοθετήματα μαζί ως ένα και η ψήφιση τους δεν γίνεται κατ’ άρθρο αλλά συνολικά.
Για να γίνει αντιληπτό τι καταλαβαίνουν αυτοί που τα ψηφίζουν και τι μπορεί να περιέχουν τα πολυνομοσχέδια αυτά, το ακόλουθο είναι άκρως αποκαλυπτικό.
Πράγματι, το νομοσχέδιο των προαπαιτούμενων που ψηφίστηκε τον Ιανουάριο του 2018 περιελάμβανε 1304 σελίδες, 400 άρθρα, 100 εξουσιοδοτήσεις για έκδοση παραγώγου δικαίου, ενώ διατέθηκε για όλα αυτά μία (1) μόνο ημέρα για διαβούλευση. Αν επιπλέον λάβει κανείς υπόψη τα ατάκτως ερριμμένα ρυθμιστικά αντικείμενα - τουλάχιστον 6 διαφορετικά νομοθετήματα με μια σχετική αυτοτέλεια – δεν μένει η παραμικρή αμφιβολία για το τι είδους ποιότητας νομοσχέδια όχι μόνον ομιλούμε, αλλά και ψηφίζονται, νομοσχέδια μορφώματα από εκείνα που την δεκαετία 60 είχαν αποκληθεί «νόμοι-κουρελούδες»!
Φαίνεται τελικά ότι η πρακτική αυτή είναι εξαιρετικά πρακτική, αφού τα τελευταία έτη με την έναρξη της κρίσης ο αριθμός των Πολυνομοσχεδίων είναι αυξημένος (24 σε σύνολο 25). Με άλλα λόγια τα νομοσχέδια κατάντησαν σαν τα διαφημιζόμενα στα super markets προϊόντα, μόνο που αντί του συνήθους 2 ή 3 σε 1 προχώρησαν πιο πολύ, ΟΛΑ σε 1!
Πολυνομία, κακονομία και γραφειοκρατία: οι τρεις αδελφές της διαφθοράς
Η ακριβής έννοια της λέξης «πολυνομία» είναι ότι αυτή αναφέρεται στην ύπαρξη πολλών διαφορετικών νόμων, Υπουργικών Αποφάσεων, Προεδρικών Διαταγμάτων και Εγκυκλίων για το ίδιο θέμα. Γενικώς όμως, με τον όρο «πολυνομία» εννοούμε την ύπαρξη ή/και την δημιουργία πολλών νόμων. Και οι δύο όμως αυτές έννοιες μαζί δίνουν ως αποτέλεσμα αυτό που ονομάζουμε «κακονομία».
Πράγματι, μετά από κάποιο όριο αύξησης του πλήθους των νόμων, οι αντιφάσεις μεταξύ τους είναι αναμενόμενες και μπορούμε να πούμε, χωρίς όμως αυτό να είναι το αποκλειστικό αίτιο4, ότι η πολυνομία παράγει κακονομία5.
Η πολυνομία όμως δεν σταματά εκεί. Μια άλλη άμεση συνέπεια της, ιδιαίτερα καταστροφική για την λειτουργία των υπηρεσιών της χώρας γενικότερα και της οικονομίας ειδικότερα, είναι η δημιουργία γραφειοκρατίας, επιφορτισμένης να εφαρμόζει την διαρκώς διογκούμενη νομοθετική παραγωγή.
Για να αντιληφτούμε την έκταση του προβλήματος θα αναφέρουμε τα ακόλουθα ενδεικτικά παραδείγματα:
   Η Ελλάδα είναι, ίσως, η χώρα με τους περισσότερους νόμους και ρυθμίσεις στον κόσμο. Τα τελευταία 30 χρόνια, έχουμε ψηφίσει 4.000 νόμους και έχουν εκδοθεί 110.000 υπουργικές αποφάσεις.
   Την τελευταία 20ετία θεσπίστηκαν 2.178 νόμοι, 14.248 Προεδρικά Διατάγματα και 17.638 Υπουργικές Αποφάσεις και συνολικά 35.153 ρυθμίσεις.
   Οι κανονιστικές και ατομικές διοικητικές πράξεις αριθμούν εκατοντάδες χιλιάδες καθώς ο αριθμός των Τευχών Β’ (ΦΕΚ) από το 2001 μέχρι το 2015 είναι 38.677 και κάθε Τεύχος περιλαμβάνει τις περισσότερες φορές παραπάνω από 5 πράξεις. Οι νόμοι περιλαμβάνουν 19.727 εξουσιοδοτήσεις σε περίπου 60.000 σελίδες νομοθεσίας (διαΝΕΟσις).
   Στην Ελλάδα, μόνο τα τελευταία 15 χρόνια έχουν περάσει 36 φορολογικά νομοσχέδια στη χώρα μας, τα οποία περιείχαν 714 εξουσιοδοτήσεις, αλλά επιπλέον έχουν περάσει 108 μεταβατικές διατάξεις και άλλες 238 ρυθμίσεις για φορολογικά θέματα διάσπαρτες σε άλλα, άσχετα νομοσχέδια. Για να εξηγήσουν όλα αυτά, κάθε χρόνο εκδίδονται περίπου 200 υπουργικές εγκύκλιοι.
Για σύγκριση, από την ίδρυση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής το 1776 μέχρι ο 2016, μέσα σε 240 χρόνια δηλαδή, έχουν ψηφιστεί μόνο 10 φορολογικά νομοσχέδια.
   Το 2014 ψηφίστηκαν συνολικά 92 νόμοι από τους οποίους, οι 80 περιείχαν διατάξεις φορολογικών, εργατικών, ασφαλιστικών και αναπτυξιακών διατάξεων. Για την εφαρμογή των Νόμων, εκδόθηκαν2.119 (!) Αποφάσεις και Εγκύκλιοι.
Το κωμικοτραγικό στην όλη ιστορία, πέρα από τις συνέπειες που έχει αυτή η κατάσταση, είναι ότι υπολογίζεται ότι μόνο το 30% των νόμων τελικά υλοποιείται, όπως αυτό τουλάχιστον είχε προκύψει κατά το σχετικό έλεγχο του Γ. Παπανδρέου για την τύχη των νόμων που είχαν ψηφιστεί από την κυβέρνησή του. Πράγματι, έως τον Μάρτιο του 2011 είχαν ψηφιστεί απ’ αυτήν συνολικά 70 νόμοι. Για την εφαρμογή τους απαιτούνταν περί τα 1.200 προεδρικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις (κατά μέσον όρο 17 για τον καθένα). Από αυτά είχαν εκδοθεί λιγότερα από 400, με αποτέλεσμα περίπου το 70% των νόμων εκείνων να παραμένουν ανενεργοί!
¨Όλοι είναι ίσοι απέναντι του Νόμου, είναι όμως ο Νόμος ίσος απέναντι όλων;
Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν φαίνεται να είμαστε στην πράξη όλοι ίσοι απέναντι στο νόμο. Τα παραδείγματα είναι πολλά με κυρίαρχο, για όσους τουλάχιστον έχουν εμπλακεί ή γνωρίζουν κάπως πώς λειτουργούν τα δικαστήρια, αυτό του τρόπου που εφαρμόζεται στην πράξη ή ισονομία, θέμα ευρύτερου ενδιαφέροντος με το οποίο θα ασχοληθούμε σε μελλοντική ανάρτηση.
Υπάρχει όμως και κάτι που καταντά εντελώς προκλητικό και δεν είναι άλλο από την επιλεκτική εφαρμογή των νόμων, είτε πρόκειται για πρόσωπα και ομάδες ατόμων όπου υπάρχουν ισχυρά οικονομικά ή/και πολιτικά συμφέροντα ή για πρόσωπα, αλλά και «συλλογικότητες», που, ενώ απροκάλυπτα παρανομούν, απολαμβάνουν πρακτικά μιας άτυπης ασυλίας.
Σχετικά με τα παραπάνω δεν θα αναφέρουμε τα όσα είδαν το φως της δημοσιότητος και είδαμε και εμείς έκπληκτοι(;) να συμβαίνουν με μεγαλοπαράγοντες του ποδοσφαίρου. Σχετικά όμως με τις ενέργειες κάποιων εξωκοινοβουλευτικών κόμματων, που οι ιδρυτές τους είδαν να χάνουν το γλυκό ψωμί της «εξουσίας» μετά τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ και την απομάκρυνση τους από το κόμμα, αλλά και τα όσα συμβαίνουν στο κέντρο της Αθήνας, με τις διάφορες «συλλογικότητες» να δίνουν αρκετές πλέον ημέρες της εβδομάδας τις παραστάσεις τους, παραστάσεις στην κυριολεξία «φωτιά», δεν μπορούμε παρά να ασχοληθούμε. Έχουμε λοιπόν:
   Οπαδούς των κόμματων του κ. Λαφαζάνη και της κ. Κωνσταντοπούλου μαζί με τα μέλη της κίνησης «Δεν πληρώνω», αφού πληρώσαμε και εξακολουθούμε να πληρώνουμε όλοι εμείς, τα κορόιδα, για λογαριασμό τους τα αποτελέσματα της δράσης τους, να προσπαθούν να «μπουκάρουν» στα γραφεία των συμβολαιογράφων όπου εκτελούνται πλειστηριασμοί6, αφού οι παραπάνω «Ρομπέν των… πλειστηριασμών» με απειλές και χρήση βίας δεν επέτρεπαν να γίνονται αυτοί στα Ειρηνοδικεία, και τους αστυνομικούς να προσπαθούν, απλά, αφενός να τους εμποδίσουν να μπουν και αφετέρου όχι  να μη «φάνε» και οι ίδιοι ξύλο, αλλά να μη «φάνε» πολύ ξύλο!
   Τι αναφέρει πάνω–πάνω στο πρώτο Άρθρο, Άρθρο 3, ο νέος νόμος για την Παιδεία που κατέθεσε ο κ. Γαβρόγλου και ψηφίστηκε από τη Βουλή. Ούτε λίγο λοιπόν ούτε πολύ σ’ αυτόν αναφέρεται, αφού γράφονται προηγουμένως ως δικαιολογία οι σχετικές ξεπερασμένες «σάλτσες» για το ακαδημαϊκό άσυλο, ότι: «Επέμβαση δημόσιας δύναμης σε χώρους των Α.Ε.Ι. λαμβάνει χώρα σε περιπτώσεις κακουργημάτων και εγκλημάτων κατά της ζωής αυτεπαγγέλτως και σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση μετά από απόφαση(!) του Πρυτανικού Συμβουλίου».
Αποτέλεσμα, όπως γνωρίζουμε και πολύ περισσότερο πολλοί από εσάς που είστε και μάρτυρες:
-   Στην πόλη να γίνεται κάθε Παρασκευο-σαββατο-κύριακο του «Αϊ Γιάννη», με τις «συλλογικότητες» να προετοιμάζονται μέσα στον χώρο του Πολυτεχνείου και μετά να κάνουν περήφανη έξοδο, καταστρέφοντας ξένες περιουσίες και πετώντας μολότοφ στους αστυνομικούς, που… χορεύουν τον χορό της φωτιάς για να τις αποφύγουν και έχουν καταντήσει ανθρώπινα πειραματόζωα, έτσι, για να δοκιμάζεται… η φυσική τους κατάσταση και αντοχή.
-     Οι χώροι των Πανεπιστημίων να έχουν καταντήσει άσυλο όπου βρίσκει καταφύγιο κάθε παραβατικότητα και κάθε παραβάτης!
Μετά τα παραπάνω δεν μπορούμε παρά να συμπεράνουμε ότι: όταν οι κυβερνητικές αντιλήψεις περί εφαρμογής του νόμου είναι, για λόγους που αυτοί καλά ξέρουν και εμείς υποψιαζόμαστε, «μη… τους δικούς μας τάρατε», τότε δεν μένει παρά την επόμενη φορά που πρόκειται να ρίξουμε ψήφο «δαγκωτό», να δαγκώσουμε καλύτερα το χέρι μας!
Άρατε πύλας,… οπαδός!
Ναι, δεν υπάρχουν κλειστές πόρτες του Δημοσίου που δεν μπορεί να ανοίξουν με κάποιο τρόπο. Μα, ακόμα κι αν κάτι ή κάποιος τις εμποδίζει να ανοίξουν, ας πούμε το ΑΣΕΠ(;), πάντα υπάρχει κάποιο παραθυράκι για να τρυπώσεις μέσα, αρκεί να είσαι κομματικό στέλεχος, συγγενής ή γνωστός πολιτικού προσώπου, οι γνωστοί μετακλητοί υπάλληλοι της Βουλής, ψηφοφόρος του βουλευτή της περιφέρειας σου, για να του δώσεις την ευκαιρία να στολίσει κι αυτός με την παρουσία του τις υπόλοιπες «γλάστρες» του Κοινοβουλίου, ή απλά «οπαδός», που το μεγαλύτερο του προσόν είναι η μεγάλη γλώσσα, έτοιμη να γλείψει οποιονδήποτε, αρκεί να φυσά προς τον τελευταίο ο λεγόμενος «πολιτικός άνεμος» και να μπορεί ή να υπόσχεται ότι μπορεί να του πετάξει κανένα «κόκκαλο».
Αν και υπάρχουν διάφορες κατηγορίες εγκληματικών πράξεων, αυτοί που εφαρμόζουν αυτή την πρακτική, για να εξασφαλίσουν ψηφοφόρους και την άνοδο ή την παραμονή τους στην εξουσία, διαπράττουν πραγματικά ένα από τα μεγαλύτερα και για τον λόγο αυτό έπρεπε, όπως αρμόζει σε μια ευνομούμενη πολιτεία, να αντιμετωπίζονται αναλόγως από την δικαιοσύνη.
Πράγματι, με το να αφήνεις στο περιθώριο αυτούς που αξίζουν, ανθρώπους που έχουν αγωνιστεί  στη ζωή τους για να αποκτήσουν τα προσόντα που χρειάζεται μια Δημόσια Υπηρεσία, Φορέας, Οργανισμός και τα ΝΠΔΔ γενικότερα, και αντ’ αυτών να βολεύεις αυτούς που πολύ εύστοχα ο λαός τους αποκαλεί «κομματόσκυλα», είναι από τα μεγαλύτερα εγκλήματα, γιατί όχι μόνο καταδικάζεις τη χώρα σε μια μόνιμη κακοδιοίκηση, αλλά διαφθείρεις με τις ίδιες σου τις πράξεις ένα ολόκληρο λαό, καλλιεργώντας του την πεποίθηση ότι μόνο με πλάγια μέσα μπορεί να επιτύχει κανείς αυτό που κανονικά μπορεί και πραγματικά το αξίζει.
Είναι όμως να απορείς πώς μια κοινωνία, βλέποντας αυτό που συμβαίνει, να το αποδέχεται σχεδόν μοιρολατρικά, σαν φυσικό φαινόμενο, δίνοντας απλώς ονόματα, εύστοχα είναι αλήθεια, στις ιδιαίτερες αυτές κατηγορίες των πολιτών: «πρασινοφρουρούς» επί ημερών κυβερνήσεων του πάλαι ποτέ μεγάλου ΠΑΣΟΚ και «γαλάζια παιδιά» επί ημερών της Νέας Δημοκρατίας του Κώστα Καραμανλή του νεώτερου.
Σήμερα, όμως, που η κρίση έκανε πια τις κομματικές αποχρώσεις, μαζί με τις κόκκινες γραμμές, να έχουν ξεθωριάσει και όλους ή τους περισσότερους απ’ αυτούς να ψάχνουν να διασφαλίσουν τη θεσούλα τους ή να βρουν μία, όποια να ‘ναι και απ’ όποιους να ‘ναι, ο κόσμος τους ονομάζει γενικά «κομματόσκυλα», έτσι, για να μην αφήσει κανέναν από την κατηγορία αυτή αδικημένο και παραπονεμένο!
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Μετά τα όσα αναφέρθηκαν, πιστεύουμε ότι καταδείχθηκε η αναγκαιότητα της ύπαρξης του ελεγκτικού αυτού Σώματος, της Γερουσίας, όπως το ονομάσαμε, που θα βάλει τέλος σε όλα αυτά που, κατά παρέκκλιση του Συντάγματος, αυτού που ήδη υπάρχει, των αρχών και διαδικασιών καλής νομοθέτησης και της νομιμότητας, αποτελούν μικρές ή μεγάλες αθλιότητες, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία του κράτους και των θεσμών και υπονομεύοντας τελικά αυτήν την ίδια τη Δημοκρατία.
Απομένει όμως να δούμε με ποιο τρόπο αυτό το Σώμα δεν θα εξαρτάται και επηρεάζεται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις και η κρίση των μελών του θα μπορεί να είναι αμερόληπτη, ώστε η όποια παρέμβαση του να είναι ουσιαστική και όσο το δυνατόν πιο αντικειμενική, για να είναι και γενικώς αποδεκτή. Αυτά όμως θα τα εκθέσουμε αρκετά αναλυτικά στο 3ο μέρος της σειράς αυτής.



Σημείωση 1: Είναι περίεργο ότι, ενώ σε κάποια από τα άρθρα αυτά του Συντάγματος αναφέρεται και η συμμετοχή μελών του Αρείου Πάγου ως προέδρων ή στη σύνθεση δικαστηρίων ή συμβουλίων, εντούτοις δεν αναφέρονται σε αυτό, όπως για τα άλλα δύο Ανώτατα Δικαστήρια, οι αρμοδιότητες του παρά μόνο στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Ίσως, είναι ένας από τους λόγους που επικρατεί συχνά σε πολύ κόσμο σύγχυση σχετικά με το τι δουλειά κάνει ο Άρειος Πάγος.  
Σημείωση 2: «Τροπολογίες βουλευτών σε νομοσχέδια και προτάσεις νόμων δεν εισάγονται για συζήτηση, αν δεν υποβληθούν έως και την παραμονή της ημέρας που θα αρχίσει η συζήτηση, εκτός σν συγκατατίθεται και η Κυβέρνηση(;) να συζητηθούν».
Σημείωση 3: «…Νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που περιέχει διατάξεις άσχετες με το κύριο αντικείμενο τους δεν εισάγεται για συζήτηση.
Προσθήκη ή τροπολογία άσχετη με το κύριο αντικείμενο του νομοσχεδίου ή της πρότασης νόμου δεν εισάγεται για συζήτηση.
Προσθήκες ή τροπολογίες Υπουργών συζητούνται μόνο αν έχουν υποβληθεί τρεις τουλάχιστον ημέρες πριν από την έναρξη της συζήτησης στην Ολομέλεια,…».
Σημείωση 4: Τα αίτια της πολυνομίας διακρίνονται σε κοινωνικοπολιτικά, διοικητικά –οργανωσιακά και νομικά. Μένοντας στα τελευταία, αυτά περιλαμβάνουν την σύνδεση του εθνικού με το Ευρωπαϊκό και διεθνές δίκαιο, αλλά και στο μάλλον μακροσκελές Σύνταγμα, το οποίο επιτρέπει να ψηφίζονται νομοσχέδια στη Ολομέλεια και τα Τμήματα Διακοπής της Βουλής, να ψηφίζονται επείγοντα και κατεπείγοντα νομοσχέδια, να εξουσιοδοτεί την διοίκηση να εκδίδει πληθώρα κανονιστικών πράξεων και ταυτόχρονα να επιτρέπει στην κυβέρνηση να εκδίδει πρακτικά απεριόριστο αριθμό Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου(ΠΝΠ).
Σημείωση 5: Ακόμα και λίγοι νόμοι να υπήρχαν, δεν θα είχε απαραίτητα αποφευχθεί το παράλληλο με την πολυνομία πρόβλημα της κακονομίας, που εκδηλώνεται με αντιφάσεις νόμων μεταξύ τους, κενά δικαίου, δυσερμήνευτες και πολύπλοκες διατυπώσεις, με ατέλεια και ανεπάρκεια των ρυθμίσεων και θέσπιση νέων κανόνων δικαίου.
Σημείωση 6: Το θέμα των πλειστηριασμών έχει τραβήξει αδικαιολόγητα σε μάκρος με ευθύνη τόσο των κυβερνήσεων, που για λόγους πολιτικού κόστους δεν έλαβαν αποφασιστικά, αλλά οριστικά μέτρα που θα διευκόλυνε αυτούς που πράγματι βρέθηκαν σε δυσχερή θέση, όσο όμως και των ίδιων των Τραπεζών που δεν έλαβαν έγκαιρα μια απόφαση να ξεχωρίσουν το πραγματικό χρέος από τις υπέρμετρες επιβαρύνσεις, ώστε να διευκολυνθούν όσοι ήθελαν, αλλά δεν μπορούσαν πραγματικά να ξεπληρώσουν το δάνειο τους, από τους άλλους που ήταν και είναι συστηματικοί κακοπληρωτές.